Γράφει η Ζωή Τριανταφυλλοπούλου
Xρόνος…
Που ο καθένας μας τον λογίζει όπως τον νιώθει, όπως τον ζει ή και όπως του λείπει. Σε εμάς τους δύο πάντα εχθρός, πάντα ο ένας στο αλλού του και ο άλλος εδώ στο δικό του κάτι από ζωή. Κοινός χώρος και χρόνος πουθενά, σχεδόν ποτέ. Όλα σε μιαν αναμονή για όποτε δείξει. Χρόνος ο δίκαιος όμως, που τελικά αποκαλύπτει αυτά που δεν θέλουμε να δούμε, να παραδεχτούμε.
Ψυχή μου, κουράστηκα. Ειλικρινά…
Κουράστηκα να σε κυνηγώ και μόνιμα να υπολείπομαι, να είμαι κάτι σαν φάντασμα, που ζει σε μια παράλληλη ονειρική σου πραγματικότητα, την ώρα που σταματάς την τρεχάλα σου και αράζεις για να αφουγκραστείς εσένα. Κουράστηκα να έπομαι των στόχων σου, των προτεραιοτήτων σου.
Κουράστηκα να είμαι απλά ένα σημάδι, ένα στίγμα στο χάρτη της κοινωνικής σου ζωής, αυτής που έχει πολύ κόσμο, πολύ έργο, πολύ “πρέπει να γίνει”. Και σε αυτό το πρέπει εγώ δεν περιλαμβάνομαι.
Ήμουν και παραμένω πάντα ένα κομμάτι του θέλω σου, αυτού που δεν σου επιτρέπεις να δεις και να ζήσεις, γιατί το χρέος σου προηγείται πάντα, σε μόνιμη διάσταση και σύγκρουση μαζί του.
Κουράστηκα να σε συγκρίνω με όποιον άνδρα με πλησιάσει, γιατί από τότε που εμφανίστηκες, ο πήχυς ανέβηκε τόσο ψηλά που όλοι περνούν από κάτω του με ευκολία και βλέπουν την έξοδό τους από τη ζωή μου άκοπα και χαλαρά! Έγινα σνομπ για τους άλλους κυριευμένη από την αλήθεια σου! Τα κατάφερες…
Κουράστηκα να σε θέλω, να ακούω τον εαυτό μου να έχει μια μόνιμη εσωτερική συνομιλία μαζί σου, πολύ συχνά για ώρες, να πηγαίνω κάπου και το μυαλό μου να ταξιδεύει μόνιμα σε σένα και σ’ αυτό το πολύ που θα ‘θελα να μοιραστώ κάθε κάπου που πηγαίνω με σένα δίπλα μου. Κουράστηκα να σε βλέπω στον ύπνο μου και όχι όταν ξυπνάω μπροστά μου, να σε περιμένω, να σε εξιδανικεύω μέσα μου ως τον ιδανικό Ένα. Τόσο καιρό τώρα…
Θέλω να γίνω επιτέλους μια πρώτη επιλογή. Θέλω να είμαι και να γίνομαι αιτία, για να ξυπνά και να χαμογελά κάποιος, να έχω χώρο και χρόνο να δωθώ, να ξοδευτώ, να γίνω πάθος, πόθος, ανάσα, έρωτας, αγκαλιά, σ’ αγαπώ για Καλημέρα, για Καληνύχτα, για μυστικό στ’ αυτί σε μιαν αγκαλιά. Δική μου.
Αξίζω το ολόκληρό σου και όχι αυτό που περισσεύει. Όποτε περισσέψει… Εσύ μου το στερείς, δεν προλαβαίνεις καν να σεφτείς τι κάνεις ή τι δεν κάνεις για σένα και μένα. Γι’ αυτό, άσε με σε παρακαλώ, ελευθέρωσέ με από όλο αυτό.
Άσε με να μάθω χωρίς να περιμένω το έλα σου, χωρίς να με εμπνέεις να γεμίζω αράδες, χωρίς να σε θαυμάζω και με νιώθω δεμένη μαζί σου με μιαν αόρατη ατσάλινη κλωστή. Μην επιστρέφεις όποτε το θυμηθείς, για να πετάξεις τα ψίχουλα του ούτως ή άλλως λιγοστού σου χρόνου.
Άσε με να σε αγαπώ απόλυτα καταχωρώντας σε στα απωθημένα μου. Είσαι και φαίνεται θα παραμείνεις το μεγαλύτερό μου…
Άσε με να ζήσω χωρίς Εσένα!