Γράφει η Αναστασία Κοζίμπα.
Άναψα ένα τελευταίο τσιγάρο.
Σαν νοητό όριο ανάμεσα στο χθες και το αύριο.
Και τα δύο είχαν κάτι από μένα, σαν δύο εαυτοί εχθροί, αντίθετοι κι απόψε έφτανε η ώρα να συναντηθούν πάλι.
Πάντα με γοήτευαν οι όμορφες βιτρίνες και τα φανταχτερά χρώματα, συνήθως στα πιο άδεια μαγαζιά.
Περιτριγυρισμένη από όμορφες μουσικές και αρώματα, να έχω κάτι να με απασχολεί και κάποιους τρίτους να ζηλεύουν αυτό που δεν καταφέρνουν να γίνουν: εσύ στο πλάι μου.
Κάπου στο βάθος, ξεχασμένα ρούχα τα φοβισμένα αισθήματα προς αγνώστους· σαν ένα παλιό μπουφάν που ξεχνάς σε κάθε ευκαιρία μα το ψάχνεις την επόμενη μέρα.
Τελευταίο τσιγάρο και τέλος είπα και θέλησα να επιλέξω την αποδέσμευση από το φαίνεσθαι.
Δεν είμαι εγώ αυτή. Πώς θα μπορούσα νά’μαι άλλωστε;
Τα χρόνια περνάνε και τι έχω να θυμάμαι;
Τα ίδια και τα ίδια.
Αυτή η προσκόλληση στο τότε είναι που με κρατά εκεί, σ’εκείνο το σημείο εκκίνησης που όλο θέλω να ξεκινήσω, να το αφήσω πίσω μου μα όλο αναβάλλω γι’αύριο.
Κάνω ένα τελευταίο τσιγάρο και σ’αφήνω.
Δεν έχεις κάτι άλλο να δώσεις, δεν θέλω κάτι άλλο να πάρω.
Περαστικές εικόνες κι εσύ.
Σαν τους ανθρώπους που ήταν μα έφυγαν.
Σαν εκείνους που έμοιαζαν πως ήταν αλλά τελικά, δεν..
Σαν αυτούς που πίεσα να γίνουν μα δεν έγιναν ποτέ.
Ίσως και σαν αυτούς τους απόλυτους, που έδιωξα επειδή δε με δυσκόλεψαν και πολύ.
Κι εγώ να σε κοιτάζω με απορία.
Για ποια ανάγκη πάλεψες πραγματικά; Αν πάλεψες.. αν πάλεψα..
Είναι οικείο αυτό το πεδίο μάχης, όπου εσύ αρνείσαι ευθύνες κι εγώ καταθέτω τα όπλα και παραδίνομαι.
Φαντάζει μεγάλο το συναίσθημα, μα μόνο μέχρι το επόμενο πρωί κι ο πόνος είναι γνώριμος.
Γυρισμένη με το πρόσωπο στον τοίχο, μ’εκτελείς με κάθε αυγή.
«Εγώ, ποτέ ξανά» λέω, μα το ξεχνάω ως το βράδυ.
Ρουφάω με μανία το τσιγάρο, να γυρίσω σελίδα.
Μην ελπίζεις. Ό,τι είχα να σου μάθω κι ό,τι είχες να μου μάθεις, τελείωσε.
Έσβησαν τα φώτα της βιτρίνας.
Αυτή η αναμονή του πρωινού στερεί χαμόγελα· την αρνούμαι.
Τελευταίο τσιγάρο και τέλος είπα.
Έχω προχωρήσει πια σε σκέψη, σε συναίσθημα.. δεν με φτάνεις.
Με έχεις μεγαλώσει στην ψυχή και επιλέγω πιο σωστά.
Ξημέρωσε έξω. Δυο βήματα μπροστά, επιτέλους.
Παύουν οι άνθρωποι να μένουν στην εικόνα και γνωρίζουν τη ζωή κάποια στιγμή.
Ήρθε αυτή και για μένα.
Κι εσύ, μη περιμένεις άλλο πια, προχώρα.