Γράφει ο Δημήτρης Ξυλούρης
Σημάδι βαθύ το πέρασμά σου. Χαρακιές στην πλάτη μου οι γρατζουνιές σου. Εναλλαγή, απότομη, απροειδοποίητη. Ζέστη, κρύο. Γέλιο, δάκρυ. Μαζί, χώρια.
Όχι, μην σε αδικώ Στο μαζί, δεν υπήρξαμε ποτέ. Εσύ στο πουθενά κι εγώ στο κατώπι σου. Κορμί εξαρτημένο από το δικό σου. Χαμόγελο δεσμευμένο από την καλημέρα σου. Ψυχή φυλακισμένη στο πουθενά σου.
Μετράμε μέρες, μήνες, χρόνια, ταξίδια και στιγμές που μοιάζουν με κουκίδες. Τίποτα πολύ, τίποτα για πολύ. Κι αυτό το λίγο σου, να μοιάζει περισσότερο απ’ ότι μπορεί να μου δώσει όποια άλλη.
Όχι, δεν μου κάνει καμία “όποια άλλη”. Δεν ζητάω καμία όποια άλλη να σταθεί απέναντί μου και να μιλάμε μέχρι το πρωί.
Μαζί σου μόνος, και χωρίς εσένα λειψός.
Και πώς να ζήσεις με λειψή ζωή; Πώς να προχωρήσεις όταν ένα κομμάτι σου μένει εγκλωβισμένο; Μαθαίνεις λένε να ζεις με τις πληγές σου.
Έτσι μαθαίνω κι εγώ να ζω με την απουσία σου δεδομένη. Με την παρουσία σου να είναι η μεγαλύτερη επιθυμία μου. Μαθαίνω να ζω χωρίς εσένα, με εσένα.
Ζωή μισή, σημαδεμένη, χαραγμένη από ένα πέρασμα. Από ένα πέρασμα που δεν έκανες ποτέ στάση. Από μια στιγμή, που δεν είχε ποτέ διάρκεια. Από ένα “μαζί” που έμεινε προσδοκία και απατηλό όνειρο.
Μια απάτη ο έρωτάς σου κορίτσι μου, τελικά.