Γράφει η Έλσα Νικολάου
Ξημερώνει.
Κι εγώ στο δρόμο για το σπίτι. Μετά από άλλο ένα βράδυ που σε είδα. Έχω τυλιγμένο το παλτό γύρω μου και περπατώ χωρίς να βλέπω. Το σφίγγω πάνω μου και προσπαθώ να αποτραβηχτώ από τον κόσμο και τις σκέψεις μου. Λες και αν το σφίξω αρκετά δυνατά πάνω μου θα αδειάσει το μυαλό μου από σένα.
Άλλο ένα βράδυ που σε είδα. Μετά από πολύ καιρό σε είδα πάλι. Ίσως να ήταν και λίγος που φάνηκε πολύς. Πάντα φαινόταν πολύς όμως. Ακόμα και όταν ήμασταν μαζί ο χρόνος χώρια σου μου φαινόταν ατελείωτος. Τότε που ήσουν το ρολόι μου. Η ημέρα ξεκινούσε όταν βρισκόμασταν και απλά επιβίωνα όσο ήμασταν μακριά.
Μετά από πολύ καιρό σε είδα πάλι. Άλλο ένα βράδυ με τις τυπικές κουβέντες. Πώς γίνονται δυο άνθρωποι ξένοι μετά από όσα πέρασαν μαζί; Πώς από τις ατελείωτες συζητήσεις, αγκαλιές, φιλιά και έρωτα περνάς σε ένα βιαστικό χαμόγελο, ένα «Τί κάνεις;» και «Τα λέμε»; Γίνονται ποτέ δύο άνθρωποι που ένιωσαν κάτι τόσο δυνατό να γίνουν ξένοι; Αναρωτιέμαι αν πονάς κι εσύ όσο εγώ όταν βρισκόμαστε. Αναρωτιέμαι αν τα ίδια ερωτήματα βασανίζουν και το δικό σου μυαλό. Περπατάω και αναρωτιέμαι.
Άλλο ένα βράδυ με τις τυπικές κουβέντες. Και εγώ να προσπαθώ να δω πίσω από τα μάτια σου. Αυτά τα μάτια που δε χρειαζόταν να προσπαθήσω καν να διαβάσω. Αυτό το μαύρο που πάνω του κάποτε ζωγραφίζονταν λέξεις τώρα σκοτάδι μόνο. Ένα σφιγμένο χαμόγελο και προσεγμένες κινήσεις σα να φοβάσαι ότι αν με ακουμπήσεις θα σπάσω. Ξέρεις.. ίσως και να σπάσω. Πολλές φορές ο πόνος είναι προτιμότερος όμως από το να μην νιώθεις τίποτα.
Και εγώ εκεί, να προσπαθώ να δω πίσω από τα μάτια σου. Μπροστά σου να περιμένω.Και αυτό που με πειράζει είναι που έχω αρχίσει να συνηθίζω αυτή την απόσταση. Αυτό το χώρια. Δεν είναι η απόσταση όμως που απομακρύνει τους ανθρώπους. Η σιωπή το κάνει. Δεν είναι ότι δεν μπορώ να ζήσω χωρίς εσένα, είναι που δε θέλω. Χωρίς πλέον να έχω επιλογή. Πού είναι ο δικός μας αλλιώτικος νόμος; «Σ’ αγαπάω, χαζέ», θυμάσαι;
Και εγώ μπροστά σου να περιμένω. Να ψάχνω για απαντήσεις. Απαντήσεις σε ένα «γαμώτο» και ένα «γιατί». Να ακούσω ένα «θέλω» και ένα «για πάντα». Αλλά το μόνο που αντικρίζω είναι ένα «ποτέ ξανά». Και ο χρόνος παγωμένος με τους δυο μας απέναντι αντί για μαζί. Ένα βιαστικό χαμόγελο, ένα «Τί κάνεις» και ένα «Τα λέμε».
Και εγώ να ψάχνω για απαντήσεις. Δεν ξέρω ποιος από τους δύο έχασε το δικαίωμα να έχει τον άλλον. Η πιο δύσκολη μάχη είναι αυτή ανάμεσα σε αυτό που νιώθεις και αυτό που ξέρεις. Αν είναι όμως κάτι που μου λείπει από σένα, αυτό που μου λείπει περισσότερο από σένα, είναι η «Καλημέρα» και το «Να προσέχεις».
Κι εγώ στο δρόμο για το σπίτι.
Καλημέρα λοιπόν και σήμερα.
Να προσέχεις.
Join the discussion