Γράφει η Δώρα Σαμαρά
Γέννημα μιας φωτιάς η μουσική σου, με την εαρινή της αύρα πλανάται στον αέρα. Μαγεύεις τα δάση κι ο άνεμος βαδίζει απαλά ανάμεσα στις φυλλωσιές. Τόσο απαλά, να μην τρομάξουν τα ξωτικά της μνήμης και ξυπνήσουν. Μέχρι κι οι ποταμοί σιωπηλά κυλούνε, θαρρείς και πάνω στις νότες σου κοιμούνται. Πλάσμα θεϊκό, πλάσμα μαγεμένο, στη χώρα των λησμονημένων ονείρων με μια σου μόνο ανάσα ανασταίνεις ελπίδες.
Ξεχάστηκα σαν αποκοιμήθηκα εκείνο το μεσημεράκι ανάμεσα στα πράσινα τα στάχυα του αγρού σου. Θαρρώ πως σε ονειρεύτηκα, σιγαλοπερπάτητη κυρά! Κυρά της μουσικής, κυρά του ανέμου. Το φιλί σου γεύτηκα απαλά πάνω στα χείλη, σαν μια στάλα χυμό από τη ρώγα κόκκινου σταφυλιού. Γλυκός, μεθυστικός ο χυμός σου, ξύπνησε μέσα μου την νοσταλγία για τις χαμένες μου πατρίδες.
Η νεραιδόσκονη ακόμη χρυσαφίζει στις βλεφαρίδες, πάνω στα νυσταγμένα μου βλέφαρα. Ο χρόνος κυλάει ανάποδα κι η χαμένη μου νιότη ξαναγεννιέται, ανάμεσα στους ασφόδελους και στα κρίνα. Λευκό χιτώνιο φορεί και με ανθούς στολίζει τα μαλλιά της. Η χαμένη μου νιότη! Δειλά με πλησιάζει σαν παιδί γεμάτο ζωηράδα και με κοιτάζει πονηρά μέσα από μια σφαίρα κρυστάλλινη, μια μικρή χιονομπάλα των νεαρών μου χρόνων. Χορεύει μέσα της και γεμίζει ο κόσμος της χάρτινες νιφάδες!
Η χαμένη μου νιότη! Έχει κρυφτεί μέσα στο χρονοντούλαπο και ταξιδεύει. Τραβάει το χρόνο πίσω. Αλλάζει τους δείκτες του ρολογιού και μου χαμογελά! Μου δείχνει κάτι πέρα στον ορίζοντα. Μιαν αντανάκλαση, μια στάλα φως κι ένας καθρέφτης. Από μέσα του νότες γεννιούνται και γύρω μου σκορπίζονται. Με τραβούν, με μαγνητίζουν. Και σε κάθε μου βήμα, τα κύτταρα της νιότης μου ξυπνούνε μέσα μου, πάνω μου, παντού! Και μόλις στον καθρέφτη φτάνω μπροστά, η μόνη εικόνα που κοιτώ να μου χαμογελά, είναι το παιδί που μέσα μου κοιμόταν μαγεμένο. Το παιδί που κάποτε αγάπησες κι εσύ!
Join the discussion