Γράφει η Άντρη Φλουρέντζου
Είναι η στιγμή που φτάνεις στο αεροδρόμιο. Καθυστέρησες…
Δεν ήθελες να φύγεις.
Φορτωμένος βαλίτσες που περιέργως δεν σε βάραιναν. Σε βάραιναν όμως οι αναμνήσεις. Οι αναμνήσεις των πιο όμορφων χρόνων της ζωής σου.
Η πιο φρέσκια μνήμη, εκείνη της προηγούμενης βραδιάς που ήρθαν όλοι να σε αποχαιρετήσουν. Άλλοι ήρθαν για μια αγκαλιά και ένα αντίο και άλλοι κάθησαν μέχρι το ξημέρωμα στην παραλία μαζί σου. Δεν τους ένοιαζε που αποκοιμήθηκες κάποια στιγμή. Σημασία είχε που σε είχαν δίπλα τους.
Η πιο φρέσκια μνήμη, οι σφιχτές αγκαλιές και η υπόσχεση ότι δεν θα σας χωρίσει η απόσταση. Το πιο έντο συναίσθημα εκείνο της δύναμης που αντλείς από αυτούς. Η δύναμη που δίνει το “Θα τα καταφέρεις και θα ξανάρθεις.”
Η πιο φρέσκια μνήμη, τα δάκρυα συγκίνησης από μια τούρτα που ήρθε δύο μήνες νωρίτερα γιατί δεν θα είναι μαζί σου στα γενέθλια σου.
Τα δάκρυα στο αεροδρόμιο δεν λένε να κοπάσουν. Τα τηλέφωνα και τα μηνύματα αγάπης δεν έχουν σταματημό. Και να είναι η πρώτη φορά που νιώθεις ότι όλο αυτό είναι αληθινό. Και να είναι η πρώτη φορά που νιώθεις γεμάτος σε αυτό το κομμάτι.
Γιατί όλοι αυτοί είναι οι φίλοι σου. Το λες και δεν κομπιάζεις.
Αυτοί είναι εκείνοι που σε δέκτηκαν όπως είσαι. Που σε κάθε έξοδο σου έδιναν χώρο να είσαι ο εαυτός σου. Είναι οι φίλοι σου που όταν παρεκτράπηκες ύψωσαν τον τόνο και είπαν “Κοίταξε να δεις…”
Είναι αυτοί με τους οποίους πήγες στο κάμπιγκ, τσακώθηκες στην επιστροφή αλλά παρόλαυτα ξεκίνησες να οργανώνεις ταξίδι στο Πόρτο τον Χειμώνα και στο Μποντρουμ το Καλοκαίρι.
Αυτοί που ήταν κομμάτια εκείνο το τελευταίο βράδυ αλλά για σένα τα ένωσαν.
Αυτοί οι φίλοι που δεν θα μπορέσεις πότε να κάνεις όσα έκαναν και κάνουν αυτοί για σένα. Αυτοί που θέλεις να τους αδειάσεις το είναι σου για να γεμίσει το δικό τους αλλά δεν ξέρεις τον τρόπο.
Αυτοί είναι οι φίλοι μου. Φιλοι φτιαγμένοι από ατόφιο χρυσάφι και μύρο.
Προσγειώνεται το αεροπλάνο. Εγω δεν ήθελα να φύγω.
Όχι, δεν είπαμε αντίο και δεν θα πούμε.