Γράφει η Αριάδνη.
Κι όσο περνούσαν τα χρόνια, τόσο το παιδί που έκρυβε μέσα της αρνιόταν να μεγαλώσει. Γι’αυτό κι εκείνη γινόταν ένα κράμα υπέρμετρου συναισθήματος και ψυχρής λογικής.
Την υπερβολική ευαισθησία της την είχε από γεννησιμιού της ενώ η ψυχρή λογική της ήταν επίκτητη, για να μπορέσει να αντέξει σε τούτο τον κόσμο.
Αγαπημένη της λέξη το “εμείς”. Το “εμείς” από το “εγώ κι εσύ”. Ένα “εμείς” ρομαντικό, ιδανικό, μέχρι και αφελές το λες, όπως στα παραμύθια.
Δεν την ένοιαζε πώς θα το πεις. Εκείνη αυτό ήθελε, αυτό λαχταρούσε, αυτό ζητούσε. Κι όχι, δεν το ζητούσε από τους άλλους, ήξερε πολύ καλά ότι δεν πάει έτσι. Εκείνη απλώς έδινε ολόκληρο το “εγώ” της (ή προσπαθούσε τουλάχιστον), μόνο αυτό ήταν δικό της και μόνο αυτό μπορούσε να δώσει.
Όσο δε για το “εσύ”, ήταν στη διακριτική ευχέρεια του άλλου αν θα ήθελε να το καταθέσει. Δεν έμπαινε ποτέ στη διαδικασία να το ζητήσει, να το διεκδικήσει και πολύ περισσότερο να το απαιτήσει.
Να της χαριστεί ήθελε. Όπως εκείνη χάριζε το “εγώ” της, έτσι ήθελε να της χαριστεί και το “εσύ”, γιατί μόνο τότε θα γινόταν το “εμείς” που έψαχνε.
Ένα “εμείς” ατόφιο και ουσιαστικό χωρίς άμυνες και εγωισμούς. Ένα “εμείς” όπου θα χανόταν μέσα του το “εγώ” και το “εσύ” και θα γινόταν ένα. Κι αν τη ρωτούσες, θα σου έλεγε ότι δεν φοβόταν να χάσει το “εγώ” της μέσα σε ένα τέτοιο “εμείς”, γιατί εκείνη ήξερε.
Ήξερε πως αν μια φορά δημιουργηθεί αυτό το “εμείς” μετά είναι άρρηκτο, αδιαπέραστο, ανίκητο. Το ήξερε και ήταν τόσο σίγουρη γι’αυτό που τίποτα δεν την φόβιζε.
Το ήξερε κι ας μην το είχε ζήσει ποτέ της. Κι όσες φορές έσπαζε τα μουτράκια της καθώς το αναζητούσε, μετά έπαιρνε το λόγο η ψυχρή λογική της. Μια λογική που με τα χρόνια, είχε αποκτήσει την εξαιρετική ικανότητα να ξεγυμνώνει την αλήθεια από κάθε συναίσθημα, θετικό ή αρνητικό, και να την αφήνει αμιγή, ανόθευτη.
Κι εκείνη κάθε φορά στεκόταν μπροστά της και την κοίταζε κατάματα. Και τότε πια έβλεπε όλα τα λάθη που είχε κάνει η ίδια αλλά και ο άλλος. Επειδή όμως τα λάθη του άλλου δεν ήταν δική της δουλειά, ασχολιόταν μόνο με τα δικά της.
Γιατί μόνο αυτό μπορούσε να κάνει τελικά, να προσπαθεί να γίνεται καλύτερη!