Γράφει η Καλυψώ
Ο πιο εύκολος δρόμος είναι να πιστεύεις ότι σου πουν. Να πιστεύεις τα ψέματα, να πιστεύεις τα παραμύθια. Οι άνθρωποι βλέπεις, πιστεύουμε πάντα το σενάριο που μας βολεύει, και το δικό σου σενάριο μου καθόταν μια χαρά.
Όχι, δεν ήμουν χαζή. Δεν είναι κανείς χαζός όταν πιστεύει τα παραμύθια των άλλων. Απλά έχει την ανάγκη να το κάνει. Έχει την ανάγκη να αφεθεί, να ερωτευθεί, να εμπιστευτεί και να νιώσει ότι επιτέλους βρήκε τον άνθρωπο του.
Κάπως έτσι κι εγώ σε πίστεψα.
Ήθελα, να πιστέψω το παραμύθι σου.
Ήθελα να πιστέψω τα λόγια σου, τα μεγάλα λόγια σου περί αγάπης. Τα λόγια που λέγαν ότι θα είμαστε μαζί για μια ζωή. Τις υποσχέσεις ότι θα είσαι πάντα δίπλα μου, ότι μ ‘αγαπάς και με ποθείς.
Ήθελα να πιστέψω ότι είδες σε εμένα αυτό που έβλεπα και εγώ σε σένα.
Έλα όμως που το παραμύθι αυτό δεν είχε καμία σχέση με την αλήθεια.
Ήταν μια φούσκα που έσπασε, όχι γιατί κουράστηκες ή βαρέθηκες, αλλά γιατί από την αρχή έλεγες ψέματα.
Ψέματα, γιατί η ανασφάλεια σου ήταν τόσο μεγάλη που νόμιζες πως έτσι θα με δέσεις μαζί σου κι θα σε κυνηγάω για πάντα. Θα κολλήσω και θα είμαι ένα ακόμα θύμα σου. Θα τονώνω την ανεπάρκεια που έχεις τόσο ως άντρας όσο κι ως άνθρωπος.
Αυτό που σου διέφυγε όμως, αγαπητέ, είναι ότι ήθελα να πιστέψω το παραμύθι σου. Ποτέ δεν με έπεισες πραγματικά. Σε πίστεψα παίρνονται το ρίσκο. Σε εμπιστεύτηκα ξέροντας ότι μπορεί και να πληγωθώ.
Φεύγω και σε έχω απομυθοποιήσει. Ξέρω πως δεν ήμουν ούτε θύτης, μα ούτε και θύμα. Ήμουν ρομαντική και ονειροπόλα. Μέσα σε αυτό το παραμύθι ήμουν ο καλός ήρωας που πάντα δικαιώνεται στο τέλος.
Φεύγεις και ψάχνεις το επόμενο θύμα σου, μα στην πραγματικότητα ψάχνεις να βρεις τον ίδιο σου τον εαυτό. Στα παραμύθια που στήνεις είσαι ο κακός “ήρωας” που είναι καταδικασμένος να μένει πάντα μόνος.
Ήθελα να πιστέψω τα λόγια σου, τα μεγάλα λόγια σου περί αγάπης. Τα λόγια που λέγαν ότι θα είμαστε μαζί για μια ζωή. Τις υποσχέσεις ότι θα είσαι πάντα δίπλα μου, ότι μ ‘αγαπάς και με ποθείς.
Ήθελα να πιστέψω ότι είδες σε εμένα αυτό που έβλεπα και εγώ σε σένα.
Έλα όμως που το παραμύθι αυτό δεν είχε καμία σχέση με την αλήθεια.
Ήταν μια φούσκα που έσπασε, όχι γιατί κουράστηκες ή βαρέθηκες, αλλά γιατί από την αρχή έλεγες ψέματα.
Ψέματα, γιατί η ανασφάλεια σου ήταν τόσο μεγάλη που νόμιζες πως έτσι θα με δέσεις μαζί σου κι θα σε κυνηγάω για πάντα. Θα κολλήσω και θα είμαι ένα ακόμα θύμα σου. Θα τονώνω την ανεπάρκεια που έχεις τόσο ως άντρας όσο κι ως άνθρωπος.
Αυτό που σου διέφυγε όμως, αγαπητέ, είναι ότι ήθελα να πιστέψω το παραμύθι σου. Ποτέ δεν με έπεισες πραγματικά. Σε πίστεψα παίρνονται το ρίσκο. Σε εμπιστεύτηκα ξέροντας ότι μπορεί και να πληγωθώ.
Φεύγω και σε έχω απομυθοποιήσει. Ξέρω πως δεν ήμουν ούτε θύτης, μα ούτε και θύμα. Ήμουν ρομαντική και ονειροπόλα. Μέσα σε αυτό το παραμύθι ήμουν ο καλός ήρωας που πάντα δικαιώνεται στο τέλος.
Φεύγεις και ψάχνεις το επόμενο θύμα σου, μα στην πραγματικότητα ψάχνεις να βρεις τον ίδιο σου τον εαυτό. Στα παραμύθια που στήνεις είσαι ο κακός “ήρωας” που είναι καταδικασμένος να μένει πάντα μόνος.