Γράφει ο Δημήτρης Ματσαμάκης
Έρχεται η στιγμή στην ζωή μας, όσο και να το αποφεύγουμε και να πιστεύουμε ότι έχουμε εφοδιαστεί κατάλληλα ώστε να μην μας συμβεί, που πρέπει να αποχωριστούμε. Να αποχωριστούμε ένα αγαπημένο πρόσωπο, μία αγαπημένη κατάσταση, ή οτιδήποτε άλλο πολύτιμο για εμάς. Τι είναι όμως αυτό που επιβάλλει αυτόν τον αποχωρισμό; Εάν κάτι είναι αγαπημένο και πολύτιμο σε εμάς, γιατί να το αποχωριστούμε; Τι μπορεί να είναι πιο σημαντικό από την αγάπη που νιώθουμε, ώστε να πάρουμε την απόφαση να το αφήσουμε να χαθεί από τη ζωή μας;
Ένας αποχωρισμός μπορεί να οφείλεται όχι σε δική μας απόφαση, αλλά στην απόφαση κάποιου άλλου να βγει από τη ζωή μας. Μπορεί εγώ να μην εγκαταλείπω και να εμμένω στην απόφασή μου να υπερασπιστώ την παρουσία σου στην ζωή μου, αλλά εσύ μπορεί να θέλεις να εγκαταλείψεις. Για διάφορους λόγους! Μπορεί να μην με αγαπάς, ή μάλλον να μην με αγάπησες ποτέ. Γιατί δεν πιστεύω στην φράση ”να μην με αγαπάς πια..”.
Εάν αγαπάς αληθινά κάποιον, τον αγαπάς για πάντα. Μπορεί πάλι να με αγαπάς, αλλά να επιλέγεις να διώξεις την αγάπη αυτή από τη ζωή σου, γιατί δεν αντέχεις τον αγώνα που αυτή συνεπάγεται. Και είναι ανθρώπινο αυτό και δεν πρέπει να γεννά κακία η αδυναμία αυτή του άλλου να συμμετέχει στον κοινό αγώνα του ”εμείς”. Και σε καμία περίπτωση η αδυναμία αυτή δεν σημαίνει ότι ο άλλος είναι λιγότερο δοτικός και άξιος αγάπης από εμένα, σε καμία περίπτωση! Σημαίνει απλά ότι την συγκεκριμένη χρονική στιγμή και με τις δεδομένες συνθήκες, δεν έχει αποθέματα για περαιτέρω προσπάθεια. Πολλές φορές πάλι ο αποχωρισμός επιβάλλεται από εξωτερικές καταστάσεις και πιέσεις, που μας αναγκάζουν να ιεραρχήσουμε προτεραιότητες και να πάρουμε σκληρές αποφάσεις.
Τί σημαίνει όμως ακριβώς ”αποχωρισμός”; Χωρίζω κάτι από κάτι άλλο, διασπώ την ενότητά του, από ένα κομμάτι ενιαίο, ασκώ δύναμη ώστε να το μετατρέψω σε δυο κομμάτια, που δεν είναι πλέον σε καμία επαφή μεταξύ τους, ούτε άπτονται το ένα του άλλου.
Μία τέτοια όμως διαδικασία δεν μπορεί να συμβεί, όταν μιλάμε με όρους αγάπης. Δεν μιλώ για την πρωταρχική ερωτική έλξη, η οποία έρχεται και φεύγει αλλάζοντας απλώς πρόσωπα. Εκεί η ρευστότητα είναι τέτοια, που ο αποχωρισμός και είναι εφικτός και συμβαίνει αργά ή γρήγορα, εάν δεν εξελιχθεί σε κάτι άλλο. Μιλώ για την αγάπη στην καθαρή της μορφή, την ενσυνείδητη, όπου υπάρχει ξεκάθαρη επιλογή μου να εμβαθύνω στην ουσία του αγαπημένου μου προσώπου ή κατάστασης και να αναλάβω ευθύνη. Εκεί δεν μπορεί να υπάρξει από-χωρισμός, γιατί αγαπώ κάτι σημαίνει ότι το περιλαμβάνω, το περιέχω και περιέχομαι μέσα σε αυτό, είναι κομμάτι δεμένο και αδιαίρετο αυτού που είμαι σήμερα και δεν μπορώ να το ξεκολλήσω από τον υπόλοιπο εαυτό μου, γιατί δεν υπάρχουν πουθενά εμφανείς ραφές αυτής της ένωσης, δεν υπάρχει αρχή και τέλος, δεν μπορεί να εντοπίσει κανείς το σημείο στο οποίο τελειώνει ο ένας και αρχίζει ο άλλος.
Στην σφαίρα λοιπόν της αγάπης δεν μπορεί να υφίσταται αποχωρισμός, γιατί το αντικείμενο της αγάπης μας είναι μέρος αυτού που είμαστε σήμερα. Αν τυχόν επιχειρήσουμε να το ”ξεκολλήσουμε” από πάνω μας, το μόνο που θα καταφέρουμε είναι να πετάξουμε χωρίς διάκριση τον ίδιο μας τον εαυτό στα σκουπίδια. Και μπορεί μετά από αυτή την προσπάθεια να μην έχουμε καν πετάξει τα ψήγματα της αγάπης που θέλαμε αρχικά να πετάξουμε και να βρεθούμε κομματιασμένοι και με την αγάπη που μας ”τυραννάει” πάντα παρούσα.
Για τον άνθρωπο λοιπόν που αληθινά αγαπάει, καλώς ή κακώς αποχωρισμός δεν υπάρχει. Ακριβώς επειδή η αγάπη δεν μετριέται, δεν έχει αρχή και τέλος, δεν την ορίζει ο χρόνος και η απόσταση. Γι’ αυτό και ποτέ μου δεν πίστευα στην λέξη αντίο. Ποτέ δεν πίστευα και ποτέ δεν θα πιστέψω. Ακόμη κι αν αναγκαστούμε να το πούμε κάποια στιγμή για να ανακουφίσουμε τον άλλον, που μπορεί να το ζητάει επίμονα, να έχει ανάγκη να βάλει την τελεία του, ο αποχωρισμός στην αγάπη είναι ανέφικτος. Και το αποδεικνύει η συνεχής αίσθηση της παρουσίας των αγαπημένων μας μέσα μας, όσο απόντες και να είναι από τη ζωή μας.
.