Γράφει η NO*RL*IZ
Πάλι άρχισα να μιλάω μόνη μου. Εγώ και η άλλη μέσα στο κεφάλι μου. Της μιλάω, με ακούει, μου απαντά. Η σχέση μας κρατάει χρόνια τώρα. Συχνά πυκνά τη στέλνω στις διακοπές που δεν προλαβαίνω να πάω εγώ, αλλά μ’αγαπάει πολύ και πάντα επιστρέφει. Συχνά πυκνά το παίζουμε Δρ. Τζεκυλ και Μίστερ Χάυντ, άσπρο μαύρο, αλάτι πιπέρι, θέλω πρέπει, νιώθω ξέρω και ένα σωρό παρόμοιους χαριτωμένους ρόλους που κρατάνε τη ζωή μας σε εγρήγορση. Και τη φαντασία μας πρωτίστως.
Δύσκολη μάχη αυτή της αντίθεσης. Εξουθενωτική. Δυνατή και αδυσώπητη. Σαν τον έρωτα ένα πράγμα. Σε τσακίζει. Αλλά όλα τα συνηθίζει ο άνθρωπος . Και αν παρατηρήσεις πώς τελικά καθένας ξεκινά και καταλήγει στη ζωή, τόσο συνειδητοποιείς πόσο τρομακτικό μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο αρκετές φορές.
Νιώθω και ξέρω, θέλω και πρέπει με στοιχειώνουν συχνά και πείτε παρακαλώ, όλοι εσείς οι λογικοί που κυκλοφορείτε εκεί έξω, πώς καταφέρνετε σχεδόν πάντα να εκλογικεύετε τα θέλω σας και να κάνετε τα πρέπει σας θέλω ; τι μαθηματικούς τύπους χρησιμοποιείτε και τα νιώθω σας, κάνουν τεμενάδες στα ξέρω σας ; Γιατί εγώ, αν και μεγάλωσα, εκτός από μυαλό που δεν έβαλα, δεν to έμαθα αυτό καλά και ακόμα το παλεύω.
Αυτή η άλλη ντε, με τη σιγουριά του ξέρω, με παροτρύνει πάντα να σκεφτώ ψύχραιμα και να χαλαρώσω. Την ακούω που μου μιλά σιγανά από μέσα μου. Ετσι γίνεται συνήθως. Ξεκινά σιγανά και στο τέλος ξεφωνίζει για να την ακούσω. Γιατί συχνά πυκνά επιλέγω να την αγνοώ. Και υποφέρουμε. Αμφότερες.
Ξέρω. Βαδίζω στα σίγουρα. Κατέχω μια γνώση, έχω αντίληψη ενός πράγματος, ενός γεγονότος, μιας κατάστασης ή κατέχω μια γνώση ως αποτέλεσμα μάθησης. Το’χω δει το έργο, ξέρω τις σκηνές του, έχω μάθει τις ατάκες του, προβλέπω, σχεδιάζω και έχω και back up πλάνο για παν ενδεχόμενο. Και δω κολλάει «και το πάθημα έγινε μάθημα» αλλά συχνά δεν ισχύει. Σε μένα. Σε σας το πιθανότερο είναι πως ισχύει. Δεν είμαστε και τόσοι πολλοί φαντάζομαι οι νεραϊδοκρουσμένοι στις μέρες μας.
Και μη νομίζετε πως δεν βλέπω τα «λάθη» μου ή όσα τέλος πάντων μαθηματικώς και στατιστικώς έχουν τις περισσότερες πιθανότητες αποτυχίας για το πλάνο της ζωής. Νεραϊδοκρουσμένη με θεωρώ, όχι ηλίθια. Ηλίθια γίνομαι απλά όταν επιλέγω να αδιαφορήσω γι’αυτά και σκάω με φόρα. (Πάντως αυτό το βελτίωσα κάπως. Επιλέγω πλέον την κατάλληλη στάση σώματος για να αποφεύγω τους επικίνδυνους τραυματισμούς, όπως οι αθλητές ένα πράμα.)
Από την άλλη νιώθω. Σχεδόν τα πάντα, ακόμα και αυτά που δεν χρειάζεται.. Νιώθω, δοκιμάζω ένα συναίσθημα, βουτάω μέσα σ’αυτό, αντιλαμβάνομαι, αισθάνομαι, προαισθάνομαι και συχνά πυκνά αντιλαμβάνομαι κατά ένα ορισμένο τρόπο την ψυχολογική μου κατάσταση που το «ξέρω» μου την κάνει χάλια.
Και κει αρχίζουν τα δύσκολα. Η άλλη από μέσα μου έχει ήδη ξεκινήσει και υψώνει τον τόνο της φωνής της και μου σπάει τα νεύρα. Αντιδρώ και ξεσπάω. Και αυτό που νιώθω, είναι πια εδώ και μου μιλά.
Είναι αυτό το σφίξιμο ανάμεσα στο στήθος σου σα να ‘χει κάποιος χουφτώσει γερά την καρδιά σου, το είναι σου και το ζουλάει τόσο δυνατά λες και θέλει να το ξεζουμίσει. Αυτό το σφίξιμο που μοιάζει με λυγμό που δεν βγαίνει, μένει κολλημένος και ακίνητος εκεί στη μέση για να σε εκδικηθεί που δεν τολμάς να φωνάξεις για να τον ξεκολλήσεις από κει μέσα. Είναι που αισθάνεσαι τόσα αλλά δεν ξέρεις τι θέλεις πραγματικά. Και όλα ένα τόσο μπερδεμένο κουβάρι που δεν ξέρεις από πού να το πιάσεις.
Εδώ ξανά, μαζί. Να ακροβατούμε και σήμερα σ’αυτά που φέρνουν την ψυχή στην κόψη. Ισορροπώντας συχνά στο κενό χωρίς δίχτυ ασφαλείας.
Για ιδέστε όλοι τον ακροβάτη που τραμπαλίζεται
για ιδέστε όλοι τον ξενομπάτη πως δε ζαλίζεται
Για ιδέστε τον ακροβάτη που κι όταν πέφτει γελά
και ποτέ δε κλαίει, ποτέ δεν κλαίει
Για ιδέστε που χει το ερημοπούλι αίμα στο φτερό
πετά κι ας το βρε θανάτου βόλι, κόντρα στον καιρό
Με τον καιρό να ναι κόντρα, έχει τιμή σαν πετάς
να μένεις μόνος, να μένεις μόνος
Για ιδέστε όλοι δέστε και μένα άλλο δε ζητώ
που `χω στους ώμους φτερά σπασμένα και ακροβατώ
Γύρισε κάτω η μέρα κι ακόμη εσύ να φανείς
μην κλαις πουλί μου, μην κλαις πουλί μου