Γράφει η Ηρώ Αναστασίου
Και σ’ όλα αυτά που περνάμε, εγώ πού είμαι εγώ;
Έγινα ένα άβουλο πλάσμα που προσπαθεί πάντα να σε ικανοποιήσει.
Κι εσύ να μην χαλάς την ζαχαρένια σου για τίποτα. Να μην προσπαθείς καθόλου να μ’ αγαπήσεις.
Γιατί εγώ σ’ αγαπώ κι ας μην σου το έχω πει.
Γιατί δεν μ’ άφησες ποτέ να ανοιχτώ.
Κι έχω τόσα πολλά κρυμμένα που με πνίγουν, που με πονάνε.
Αλήθεια οι δικές μου ανάγκες δεν έχουν αξία;
Δεν νοιώθω περήφανη πια για τον εαυτό μου κι αυτό με τρομάζει.
Και στην ιδέα ότι μπορεί να σε χάσω τρομάζω περισσότερο.
Αλλά χάνω τον περήφανο εαυτό μου μαζί σου.
Γιατί δεν μου αξίζει το λίγο γαμώτο.
Η ψυχή μου αξίζει για πολλά, αξίζει να αγαπηθεί.
Δεν λέω, δεν μου έταξες τίποτα, αλλά μετά από τόσο καιρό η καρδιά μου αναζητάει την καρδιά σου.
Αυτήν που δεν θέλεις να μου δώσεις.
Θα ‘θελα να ήταν όλα αλλιώς.
Να είχαμε μια αγάπη σαν αλάνα και να ξαπλώναμε πάνω της.
Αντ’ αυτού έχω εγώ μια αγάπη σαν αλάνα και ξαπλώνεις εσύ πάνω της.
Κι εγώ που δεν σου χάλασα ποτέ χατίρι γιατί με κάνεις
και πονάω έτσι;
Και νοιώθω μισή, γιατί το ολόκληρό μου χάθηκε, φύσηξε ο αέρας και το πήρε.
Μισή αλήθεια, μισό ψέμα, μισή κατάντια.
Ναι ρε σύ κατάντια να νοιώθω μισή όταν το ολόκληρό μου σε απογειώνει.
Με χάνω και αρνούμαι να κουνηθώ, να δώσω μια σε όλα και να ξανασηκωθώ.
Γιατί όταν κοιτιέμαι στον καθρέφτη απορώ με τον εαυτό μου.
Πού πήγα, πού μ’ άφησα αλήθεια;
Έμεινα σε μία γωνία να σ’ αναζητώ, να προσπαθώ να σε κάνω να μ’ αγαπήσεις.
Κι όσο προσπαθώ, άλλο τόσο με χάνω.
Θα ‘ρθει μια μέρα που αυτό που θα αναζητάω διακαώς θα είναι η αυτοεκτίμησή μου.
Και δεν θα την βρίσκω, γιατί κι αυτήν θα έχει χάσει τον δρόμο.
Μόνη θα περπατώ σε έρημους δρόμους και θα αναρωτιέμαι τι κάνω εδώ.
Γιατί είμαι μόνη κι αυτή είναι μια αλήθεια που με πληγώνει.
Γιατί είναι σκληρό για μια γυναίκα να είναι μόνη μέσα σε μια σχέση!