Είπες “θα σε δω πάλι” μα ακόμα περιμένω
Γράφει η Αμάντα Παναγιώτου
Μα γιατί αργείς τόσο;; Είπες “θα σε δω πάλι” μα ακόμα περιμένω.
Είπες θα έρθεις μα δεν ακούω αυτό το βροντερό ήχο από το περπάτημα σου.
Σου είπα θα σε περιμένω “όχι για πολύ” μου απάντησες.
Φαντάζομαι ότι κόλλησαν οι δείκτες του ρολογιού ξέροντας ότι οι μπαταρίες είναι καινούριες, το ακούω το τικ τακ και με όλη μου τη δύναμη κλείνω τα αυτιά μου, σαν ουρλιαχτό μοιάζει.
Ο χρόνος έρχεται κατά πάνω μου σαν βράχος έτοιμος να με διαλύσει, με πλακώνει ένα βαρύ πέπλο, μου κόβει τον αέρα.
“Πάντα εδώ θα γυρνάω” μου είπες και εγώ χαμογέλασα, πάγωσε εκείνο το χαμόγελο, θολωσαν τα μάτια μου να κοιτάζω έξω από το παράθυρο εκείνο το μυστικό σου μονοπάτι.
Σαν τελευταία χάρη στο ζητάω “γύρνα”.
Έτσι για ακόμα μια τελευταία φορά, να μου κόψεις την ανάσα με μια σφιχτή αγκαλιά, να με βάλεις για ύπνο και ύστερα πάλι χάσου.
Δεν αντέχω τη νύχτα μακριά σου μοιάζει με θρίλερ που δεν έχω επιλογή να μη δω.
Τα φοβάμαι εγώ τα θρίλερ, θεωρώ ότι πρέπει να είσαι λίγο ψυχοπαθής για να βάζεις τον εαυτό σου στο τρυπακι να κρυφοκοιτάει κάτω από σεντόνια κάτι που τον τρομάζει.
Γι αυτό σου λέω έλα έστω για λίγο, υπόσχομαι να μην ακούσεις τη φωνή μου.
Έλα να μου πεις το αγαπημένο μου παραμύθι από παιδί, να ηρεμήσω, να μη φοβάμαι πια κανέναν πάρα το κλείσιμο της πόρτας όταν πάλι θα φύγεις.
Ξέρω ότι θα φύγεις δε με πονάει πια, μόνο υποφέρω στη σκέψη ότι δε θα σε ξαναδώ.
Αν έστω λίγο με αγαπάς αληθινά να υπάρχεις πάντα κάπου εδώ τριγύρω με ουσία ή χωρίς.
Μην αργείς σκοτείνιασε απότομα..