Γράφει η Πράξια Αρέστη
Μου ταίριαζες τόσο πολύ.. γι’ αυτό λυπάμαι που δεν είμαστε μαζί.
Μου ταίριαζες σαν ρούχο που φτιάχτηκε για μένα.
Ταιριάζαμε. Ήμασταν φτιαγμένοι ο ένας για τον άλλο, όμως, αργήσαμε να το δούμε και να το πιστέψουμε.
Θα γεράσεις μαζί της όμως εγώ θα έχω δει τα πιο όμορφα, τα πιο κρυφά, τα πιο μυστικά κομμάτια του εαυτού σου.
Θα γεράσω μαζί του όμως εσύ θα έχεις δει τα πιο όμορφα, τα πιο κρυφά, τα πιο μυστικά κομμάτια του εαυτού μου.
Σ’ αυτήν τη ζωή θα ξέρω πάντα πώς ήσουν για μένα και ήμουν για σένα.
Κι ας λένε το αντίθετο.
Αυτοί δεν σε ένιωσαν όπως εγώ. Δεν κοίταξαν τα μάτια σου όπως εγώ. Δεν σε ξέρουν όπως εγώ.
Και κανείς δεν με ξέρει όσο εσύ.
Κι ας μην γνωρίζουμε σχεδόν τίποτα ο ένας για τον άλλο.
Κάπου θα υπάρχεις και η σκέψη μου θα είναι μαζί σου.
Κάπου θα υπάρχω και η σκέψη σου θα είναι μαζί μου.
Κι αν επιλέγεις τη φυλακή σου είναι που σε κάνει να νιώθεις ασφαλής.
Κι εγώ σε θέλω ασφαλή. Όμως το τίμημα που πληρώνεις μέσα σου για να είσαι ασφαλής δεν το γνωρίζω. Δεν γνωρίζω αν και πόσο δυστυχισμένο σε κάνει τα βράδια.
Μόνο ξέρω πως είμαι σαν ξενιτεμένη μέχρι να ρθεις στην αγκαλιά μου.
Ενδημικό πουλί χωρίς πατρίδα που ξεκουράζεται για λίγο στα χείλη σου κ μετά ξανά φεύγει για να σε αφήσει να πας πίσω στο ασφαλές στο κλουβί σου.
Να είσαι ευτυχισμένος καλέ μου.
Να ανοίγεις τα φτερά σου πιο συχνά.
Να απολαμβάνεις τον έρωτα
Να ζεις για σένα πρώτα γιατί η ζωή τελειώνει.
Κι εγώ θα πετάω πότε κοντά και πότε μακριά σου ζώντας σε μια καταραμένη ελευθερία που έμαθα με τα χρόνια να γουστάρω.