Γράφει η Γεώρα
Μίλησαν για ειλικρίνεια άνθρωποι που είχαν το ψέμα για κολλητό τους.
Μίλησαν για νοιάξιμο άνθρωποι που δεν κατάφεραν να νοιαστούν για τον άλλον αν δεν είχα συμφέρον.
Μίλησαν για θάρρος άνθρωποι που πάντα κρύβονται πίσω από άλλους.
Μίλησαν για αγάπη άνθρωποι που μονάχα ήξεραν να σπέρνουν πόνο.
Μίλησαν για συναίσθημα άνθρωποι που ήταν κενοί μέσα τους.
Μίλησαν για έρωτα άνθρωποι που μόνο την σαρκική απόλαυση είχαν μάθει, ποτέ την εγκεφαλική δεν είχαν τολμήσει να αγγίξουν, να γίνουν ένα σώμα και ψυχή, να αφεθούν στην ηδονή που κρύβει η τρυφερότητα του δικού σου, μόνο δικού σου ανθρώπου.
Μίλησαν για αξιοπιστία άνθρωποι ανάξιοι.
Μίλησαν, μίλησαν μίλησαν…
Μίλησαν και είπαν πολλά. Και βρήκαν το θάρρος μα κυρίως το θράσος αυτοί οι άνθρωποι να κρίνουν εμάς που μάθαμε να φοράμε την αξιοπρέπεια ρούχο καθημερινό μας. Ένδυμα απαραίτητο αυτού του κόσμου.
Έκριναν εκείνοι που πρώτοι είχαν κάνει τα χειρότερα έχοντας μια όψη κούφιας ανωτερότητας και σοφίας φτηνής. Και μας πέρασαν για ανόητους, εμάς που ενδιαφερθήκαμε να μην πληγώσουμε με τις λέξεις μας πόσο μάλλον με τις πράξεις μας τους άλλους.
Αν ήξεραν πόσες φορές μπορούσαμε να τους πληγώσουμε μα δεν το επιλέξαμε θα τρόμαζαν. Και εκεί βρίσκεται και η διαφορά μας. Στην επιλογή του να μην πληγώσω.
Και συνέχισαν να μιλούν, ώσπου σώπασαν. Σώπασαν γιατί κόψαμε τις γέφυρες αναμεταξύ μας. Διαλύσαμε κάθε δρόμο που τους έφερνε στο διάβα μας. Και τους αφήσαμε με την πικρία την δική τους να αναμετριούνται.
Μίλησαν άνθρωποι που από τα όσα είχαν κάνει δεν θα έπρεπε λέξη να πούνε. Κι όμως είπαν. Και θεώρησαν και εμάς κατώτερούς τους. Και κανένας δεν τους θυμάται. Κανένας δεν τους εκτιμά.
Το πλήρωμα αυτού του κόσμου, είναι πως θριαμβεύει πάντα εκείνο το χέρι που πρόσφερε βοήθεια και είπε μια καλή κουβέντα σε κάποιον παρά οι λέξεις με δηλητήριο που πετούν όσοι λάθη δικά τους και στραβά προσπαθούν να κρύψουν.
Και μίλησαν, μα κανένας δεν τους άκουσε μια μέρα. Θριάμβευε η αλήθεια και το ψέμα το είχε βάλει τιμωρία!