Πάτα pause και απόλαυσε την διαδρομή! Δεν θα μπορέσεις να την ξαναζήσεις!
Γράφει η Ειρήνη Σταυρακάκη
Μάτια κατακόκκινα στο χρώμα του μήλου. Σκούρες κηλίδες περικυκλώνουν το καφέ που υπάρχει στο βάθος. Χείλη ρυτιδιασμένα, τραχιά, περιμένουν με χάρη τις πρώτες σταγόνες.
Δεν θυμάμαι κάτι άλλο να σου πω. Τα χρώματα μόνο είχαν αλλάξει. Είχαν αγγίξει λίγο από το μαύρο του σκοταδιού, είχαν αγγίξει το καφέ της σκόνης, με πιτσιλιές της πρώτης βροχής του Σεπτέμβρη.
Η στιγμή είχε παγώσει εκεί. Τα μάτια ήταν τα δικά σου μάτια. Είχαν όμως κάτι αλλιώτικο πάνω τους, κάτι που τα έκανε ξένα. Έκρυβαν κάτι που δεν ήθελαν να πουν, το άφηναν έτσι να πλανάται. Να πλανάται στον αέρα και να δηλητηριάζει αργά το σώμα. Αργά και βασανιστικά.
Ήσουν εκεί; Ήσουν εσύ; Αμηχανία… Δεν σε ρώτησα τίποτα. Τι σημασία έχει; Δεν ήθελα να μάθω. Προτίμησα το άγνωστο. Το άγνωστο που με φοβίζει επειδή δεν το βλέπω, δεν το ακούω, δεν το αγγίζω, δεν το αισθάνομαι.
Σιωπή. Το φως του σαλονιού τρεμοπαίζει, κάνει πρόβες για το σκηνικό που θα έρθει. Αναζητά τα εφέ. Τα εφέ των ταινιών, των ρομαντικών ταινιών που έχουν το γνωστό happy ending.
Φθινόπωρο και χειμώνας. Χειμώνας και φθινόπωρο. Αγαπημένες εποχές. Σπρώχνουν έξω το κρύο και ρουφούν μέσα τη ζέστη στις καρδιές των ανθρώπων, στις δικές τους καρδιές. Έχουν το τζάκι, τα πολύχρωμα φώτα και τα δάκρυα τ’ ουρανού. Δε χρειάζεσαι κάτι. Μια κουβέρτα μόνο και τα χέρια που αγαπάς αγκαλιά.
Στην ταινία που παίζει ποζάρει η φύση. Πλατάνια ξερά, έλατα που χορεύουν ρυθμικά, φύλλα ακολουθούν την ορχήστρα. Ο ήχος της θάλασσας σε ξεκουφαίνει. Απαντά στο βουητό του ανέμου που την καλεί στον χορό. Εκείνη, διστακτική, πηγαίνει πάνω κάτω στο ίδιο σημείο. Και θέλει και δεν θέλει… Άβυσσος…
Άρωμα φρέσκου καφέ, κρουασάν βουτύρου πασπαλισμένα με νιφάδες κανέλας. Τι γεύσεις! Κάτι από Γαλλία και Ιταλία με latte macchiato! Ζηλεύω…
Γύρνα πίσω και πάτα pause! Μη βιάζεσαι καλέ! Απόλαυσέ το… Δεν σε τρελαίνει; Να ζεις ξανά και ξανά βόλτες σε άγνωστα σοκάκια, να χαζεύεις βιτρίνες, να περπατάς χωρίς σκέψη, να χαμογελάς, να κοκκινίζεις;
Να κοκκινίζεις από έρωτα και αμηχανία μαζί. Αμηχανία για όσα σκέφτεσαι και τα χείλη δειλιάζουν να πουν. Τα μάτια λεπταίνουν τις γραμμές τους και σου μιλούν φωναχτά. Τα μάτια να τ’ ακούς… Ξέρουν τι λένε.
Η σιωπή σου ταιριάζει. Πηγαίνει πολύ με το καφέ των ματιών σου και με το γκρίζο παλτό που ζεσταίνει τη σκέψη σου.
Διάλεξε και πες μου στ’ αυτί. Σ’ αρέσει η ταινία; Θέλεις ν’ αλλάξεις σκηνή; Αν όχι με φωνή έστω με βλέμμα… Μίλα μου…
Τα βλέφαρα κλείνουν, το δωμάτιο παγώνει, τα δάκρυα καίνε και πέφτουν πάνω στο χέρι μου. Άβυσσος… Και συνεχίζεις…