Γράφει η Στέλλα Γρηγοροπούλου.
Είναι και αυτές οι νύχτες που δεν έχεις από πού να πιαστείς.
Που μοιάζουν ατελείωτες. Όλα λειτουργούν κατά σου. Ακόμα και ο αέρας… ακόμα και ο ήχος των φύλων… ο ήχος της νύχτας… η ίδια σου η ανάσα…
Αλλά είναι πρωί πια, και πρέπει να πάρεις το κορμί και το μυαλό σου να πας για δουλειά.
Μάλλον, το μόνο πράγμα που σε ευχαριστεί πλέον. Η μόνη διέξοδος! Είναι η χαρά σου και ο τρόπος να ξεφύγεις από όλα αυτά που έχεις μέσα στο κεφάλι σου. Όλα αυτά τα μικρά τέρατα που λέγονται Σκέψεις.
Ο μόνος τρόπος για να μείνεις ζωντανή. Αυτό που ουσιαστικά σε κρατάει στη ζωή.
Όταν όλα τα άλλα έχουν σβήσει… ή μάλλον στα έχουν σβήσει…
Δεν φταίνε αυτοί. Εσύ φταις. Και το ξέρεις!
Εκεί είναι όλα υπέροχα! Δεν έχει σκέψεις… δεν έχει τέρατα…
Και το πιο όμορφο είναι τα ψηλά παράθυρα του κτηρίου που σε κοιτάνε… μην γελάς.
Τα παράθυρα αυτά έχουν μάτια… έχουν ψυχή… Σίγουρα!
Κάθε φορά που μπαίνω είναι σαν να με κοιτάνε επίμονα αλλά και τόσο γλυκά!
Όχι όλα. Ένα συγκεκριμένο. Το πιο ψηλό!
Δεν νιώθεις κάποιες φορές πως κάποιος σε κοιτάει επίμονά; Πως κάποιος σε παρακολουθεί αλλά δεν τον έχεις δει ποτέ;
Είναι η σκιά σου και ας μην τον έχεις δει ποτέ…
Θα ήθελα πολύ να δω πως είναι!
Θα ήθελα πολύ να δω τα μάτια του!
Το δικό μου παράθυρο είναι το πιο φωτεινό… σαν να βγαίνει ο ήλιος όταν με κοιτάει από εκεί ψηλά…
Και τελικά το παράθυρο κατεβαίνει πιο χαμηλά…
Και αυτά τα δυο μάτια είναι καρφωμένα επάνω σου!
Το λάθος έχει γίνει και τα έχεις πλέον απέναντί σου! Το πιο όμορφο λάθος…
Και είναι τόσο όμορφα αυτά τα μάτια… τόσο γλυκά… τόσο παθιασμένα… τόσο γαλάζια σαν το απέραντο γαλάζιο της θάλασσας…
Σε κοιτάνε μέσα στα δικά σου μάτια χωρίς να ξεφεύγουν. Ούτε καν για να κλείσουν για να μην ξεραθούν!
Γιατί είναι σαν να νιώθουν πως αν κλείσουν θα σε χάσουν για πάντα από μπροστά τους!
Δεν το πίστευα πως μόλις είχα δει αυτά τα δυο υπέροχα μάτια!
Τα υπέροχα μάτια του ψηλού εκείνου παραθύρου!
Το βράδυ άρχισε να γίνεται πιο ενδιαφέρον! Τώρα πια δεν με κρατούσαν ξύπνια τα τέρατα του μυαλού μου αλλά εκείνο το παράθυρο με τα υπέροχα μάτια!
Περίμενα πάντα να ξημερώσει και μόλις οι ακτίνες του ήλιου έμπαιναν από τις γρίλιες του παραθύρου μου, τιναζόμουν και άρχιζα τις προετοιμασίες για να υποδεχθώ την νέα ημέρα που μόλις είχε έρθει!
Πάντα με μουσική και με ένα καφέ στο χέρι έφευγα χαρούμενη για να πάω στη δουλειά και για να συναντήσω τα πιο όμορφα μάτια!
Ήταν πάντα εκεί! Πάντα με περίμεναν με ανυπομονησία. Πάντα μου έλεγαν χωρίς να μιλάνε πόσο όμορφη είμαι!
Σειρά εκείνη τη μέρα είχε η φωνή του “καλημέρα”.
Η πιο γλυκιά καλημέρα!
Έκρυβε μέσα της όλα τα Σε αγαπώ του κόσμου…
Έκρυβε μέσα της όλα τα σε θέλω… όλα τα είμαι εδώ…
Όλα τα πόσα χρόνια σε περίμενα… όλα τα τελικά ήρθες!
Τα μάτια του πετούσαν σπίθες επάνω μου! Ναι! Αυτά τα υπέροχα, μεγάλα, γαλάζια μάτια!
Τα μάτια εκείνου του ψηλού παραθύρου.
Που με έβλεπαν ως ότι πιο όμορφο είχαν δει ποτέ!
Μα ήταν ότι πιο όμορφο είχα δει Εγώ ποτέ!
Ήταν το δικό μου παράθυρο…
Το παράθυρο της καρδιάς μου!
Αυτό με τα δυο πιο υπέροχα γαλάζια μάτια!
LoveLetters