Γράφει ο Άγγελος Μοναχικός
Συναισθηματοφύλακες θερινής απογοήτευσης καταντήσαμε.
Σήμερα και λίγο ακόμη για το αξημέρωτο ίδιο αύριο.
Επαναπαύω κάθε αυγή του τώρα ότι η επόμενη που θα έρθει κυοφορεί το άπιαστο.
Εκείνο που αγκαλιάσαμε κάποτε, μα κοιτούσαμε πολύ ψηλά με κατεβασμένο το κεφάλι.
Είναι κι αυτή η αντηλιά υπεροψίας που εκπνέει έναν οίστρο νωχελικότητας.
Σε κάθε βράδυ κι άλλο ένα.
Σ’ όλα όμως με μια πένα.
Για παρηγοριά και χάδι.
Χάνομαι και ειν’ σημάδι.
Και πριν προλάβω να σκοτεινιάσω με καλημερίζει η νύχτα μου.
Πάλι στην σκοπιά της πάλης χωρίς αντίπαλο μέσα μου.
Απέναντι μου ο χρόνος άτεγκτος, αφήνει χαρακιές πάνω σε κάθε μου πνοή.
Κι Εγώ, μπιστεμένος άτρωτος Σκύθης να καιροφυλακτώ τους δείκτες.
Σε κείνους που πάντα τους έλειπες.
Βιγλίζω τους χτύπους που μου προβοκάρεις.
Και δεν πεινώ, η δίψα μου στερνή Εσύ.
Ψυχής πνοή και μια ευχή.
Για σένα που εχάθηκες.
Μιάς Κυριακής ζωή.
Κι ακόμα.
Εδώ!
Για κείνο που θα παραργήσει…