Γράφει ο Τριστάνος
Έχεις νιώσει άραγε, τον πόνο της πληγής του χωρισμού που αιμορραγεί;
Εκείνη την αίσθηση του απέραντου κενού, σαν ένα κομμάτι σου, που βίαια ξεκόλλησαν από πάνω σου και από δω και πέρα θα είσαι μισός.
Να σου λείπει ο άλλος τόσο πολύ, που να ουρλιάζεις στη σιωπή, σαν χτυπημένο ζώο που το χτύπησαν και το εγκατέλειψαν.
Να είναι τέτοιο το βάρος, που να λυγίζεις από την αβάσταχτη πίεση. Κάθε κύτταρο σου να αναζητάει την ανάσα της αγαπημένης σου, όπως ο ναρκομανής ψάχνει απεγνωσμένα τη δόση του, για να σταματήσει να τρέμει.
Έχεις νιώσει άραγε εκείνο το κύμα δυσφορίας, που έρχεται και σου μηδενίζει κάθε διάθεση, κάθε όρεξη για να ζήσεις. Που κάνει τις κουρελιασμένες αισθήσεις σου, να υπολειτουργούν – για να μην διαλυθούν εντελώς από το τραύμα του χωρισμού.
Να παρακαλάς ο χρόνος να γύριζε πίσω και να σταματούσε στις μέρες που ήσασταν μαζί και άλλη μέρα ποτέ να μην περνούσε. Να έμενε καρφωμένος, σε εκείνα τα καυτά φιλιά που ανταλλάζατε και όλο το σώμα έτρεμε από προσμονή.
Να σταματούσε σε εκείνο το ταξίδι, που τα σώματα δεν χώριζαν το ένα από το άλλο, αλλά ήταν ενωμένα διαρκώς, λες και καταλάβαιναν ότι μια μέρα δεν θα μπορούσαν ξανά να ακουμπηθούν.
Αναρωτιέμαι αν έχεις νιώσει εκείνον τον πόνο, που ενώ οργανικός δεν είναι, εντούτοις κατακλύζει τον οργανισμό και είναι ο χειρότερος από όλους τους άλλους που πέρασες στο παρελθόν. Ακόμη και τότε που είχες ένα ατύχημα και χτύπησες άσχημα.
Και είναι χειρότερος, διότι δεν θα επουλωθεί ποτέ ολοκληρωτικά και η εσωτερική του πληγή θα αιμορραγεί αργά σε όλη σου τη ζωή. Σε κάθε βλέμμα, που θα ψάχνεις εκείνο το βλέμμα “της”, που λάτρεψες πιο πάνω και από τον εαυτό σου.
Σε κάθε άρωμα – που ανέμελα θα φοράει κάποια – όμως θα είναι το άρωμα “της” και εκείνη τη στιγμή η εικόνα της ολοζώντανη θα έρχεται μπροστά σου, να σε στοιχειώσει για άλλη μια φορά και πίσω να “κατρακυλήσεις”, ενώ κόντευες να αρχίσεις να ζεις ξανά.
Να παίρνεις τους δρόμους χωρίς να έχεις προορισμό και να χάνεσαι σε πλατείες και σοκάκια, φωνάζοντας μόνο το όνομα της, λες και θα πεταχτεί από μια γωνία και θα τρέξει πάλι στην αγκαλιά σου.
Να ξυπνάς τις νύχτες ιδρωμένος και με αγωνία να ψάχνεις δίπλα σου το λατρεμένο σώμα και να αντικρίζεις το κενό. Και εκείνη τη στιγμή να παρακαλάς να μην ξημερώσει. Να μην έρθει άλλη μέρα που θα είσαι αναγκασμένος να σηκωθείς και να φέρεσαι μπροστά στους άλλους σα να μη συμβαίνει τίποτα.
Να μην χρειαστεί να πας για δουλειά. Να μην ανοίξεις το στόμα σου για να μιλήσεις, διότι καμία όρεξη δεν έχεις. Να μην χρειαστεί να γελάσεις, να φας, να δώσεις οδηγίες και γενικά να συμμετέχεις σε αυτήν τη ζωή.
Να θέλεις να μένεις μόνο στα όνειρα σου, διότι εκεί δεν έχετε χωρίσει και πολλά βράδια είστε ξανά μαζί, σαν να μην έχει συμβεί τίποτα. Εκεί θέλεις να μένεις. Εκεί μόνο αντέχεις να βρίσκεσαι.
Εάν σου έχουν συμβεί όλα αυτά – τότε αγάπησες. Αγάπησες πραγματικά και παρόλο που η έκβαση δεν είχε το επιθυμητό αποτέλεσμα, να μην ξεχάσεις ποτέ, ότι είσαι ευλογημένος.
Διότι η αγάπη είναι ευλογία, ακόμη και εάν βρεθείς ξαφνικά στην κόλαση της βίαιης απομάκρυνσης.
Αγάπησες με όλη σου την ψυχή και αυτό μόνο οι τολμηροί μπορούν να το κάνουν. Δεν φοβήθηκες και ρίχτηκες στη φωτιά με άγνοια κινδύνου.
Και στη ζωή καλύτερα να νιώσεις – και ας τα χάσεις όλα – παρά να νομίζεις ότι ζεις, δίχως να δίνεις συναισθήματα και να φοβάσαι τον έρωτα.
Διότι, τότε είσαι πραγματικά χαμένος!