Γράφει η Αριάδνη Αρβανίτη.
Γιατί την ξέχασες;
Σήμερα δεν έδωσες κανένα σημείο ζωής κι εκείνη δεν ήξερε τι να κάνει για να σπαταλήσει το χρόνο της. Σκεφτόταν χίλιους τρόπους για να σε πληγώσει, να σε συνθλίψει, να σε εκμηδενίσει. Θέλει βλέπεις, όσο τίποτε άλλο σε αυτόν τον κόσμο να σε κάνει ένα με την αίσθημα που της προξενεί η ανύπαρκτη παρουσία σου, να σε κάνει να βιώσεις τον πόνο και τη μοναξιά της.
Προσπαθεί με κάθε τρόπο που ξέρει και μπορεί να σκαρφιστεί να σε φέρει κοντά της, πλάι της, να σε κάνει να καταλάβεις τον πόλεμο που γίνεται μέσα της. Αλλά δεν τα καταφέρνει. Κάθε φορά που την βλέπεις απλά την κοιτάς. Έπαψε η ματιά σου να διαπερνάει την ψυχή της εδώ και πολύ καιρό. Αδιαφορείς…
Γι’ αυτό κι εκείνη αποφάσισε να μην σου ξαναστείλει κανένα από αυτά της τα γράμματα. Αφού δεν την νιώθεις, ποιο το όφελος;…
Θα φύγει μακριά σου. Θα ακολουθήσει άλλα, χαμένα μονοπάτια που θα την οδηγήσουν σε μέρη άγνωστα και ξένα, μακριά από εσένα. Άραγε θα βιώσεις την απώλειά της όπως το θέλει εκείνη; Όπως βιώνει καθημερινά εκείνη την απουσία σου;…
Κάθεται στο μπαλκόνι και καπνίζει. Φοβάται να πάρει αποφάσεις. Είναι πολύ δειλή για να πραγματοποιήσει τις σκέψεις της, πόσο μάλλον τις απειλές της… Άλλη μία ρουφηξιά για να πάρει δύναμη. Άλλη μία ρουφηξιά για να ζαλιστεί και να αλλάξουν όλα… Σε λίγο και πάλι θα ξαπλώσει να κοιμηθεί. Όμως όχι ακόμα. Θέλει ακόμα λίγα από τα λεπτά της να στα χαρίσει. Μέχρι να τελειώσει το τσιγάρο της.
Ξέρεις, έχει υποσχεθεί στον εαυτό της να μην τα παρατήσει, να συνεχίσει να προσπαθεί να σε κερδίσει. Σου έχει στείλει τόση αγάπη, σου έχει αφιερώσει τόσα τραγούδια, σου έχει προσφέρει τόσες στιγμές της που δεν μπορεί, κάποια στιγμή θα το καταλάβεις και θα της το ανταποδώσεις.
Αν ισχύουν όλα όσα λέγονται για το κάρμα τότε σύντομα θα είσαι δικός της για πάντα! Κι όλα θα μοιάζουν σαν παραμύθι. Θα ζήσετε εσείς καλά κι αυτοί καλύτερα… Εντούτοις, αυτό μοιάζει κάτι πολύ μακρινό και αδύνατο να συμβεί. Ούτε στα μάτια δεν την κοιτάς πια.
Βλέπεις την αλήθεια του κόσμου σου και της ψυχή σου μέσα σε άλλα μάτια… Αυτό την πονά. Όχι η απόρριψη. Το ότι εκείνη δεν σε γεμίζει και δεν μπορεί να σου προσφέρει όσα θέλεις ή όσα νομίζεις πως επιθυμείς. Πουλάς πολύ ακριβά τον έρωτα σου κι εκείνη σου χαρίζεται.
Αυτή είναι η διαφορά σας. Χάνεται στους δρόμους της ψυχής σου, βουλιάζει μέσα σου και θέλει να πνιγεί μες στην υγρή ματιά σου, αλλά εσύ δεν της δίνεις κανένα περιθώριο. Δεν την διώχνεις. Παίζεις πιο βρώμικο παιχνίδι. Φεύγεις μακριά για να μην μπορεί να πιαστεί ούτε από τον ίσκιο σου.
Την αγαπάς, το ξέρει. Αλλά δεν της αρκεί. Σε θέλει δικό της. Για πάντα. Χωρίς υπεκφυγές…
Άρχισε να φυσάει. Κρυώνει. Το τσιγάρο έχει εδώ και ώρα σβήσει στα χέρια της. Έμεινε με την γόπα στο ένα χέρι και με ένα παράπονο στο άλλο. Τινάζει τα χέρια και τα διώχνει και τα δυο. Τα πετάει μακριά της, μαζί με την θύμησή σου… Τι το’ θελε να σε θυμηθεί κι απόψε; Με τις σκέψεις και τις μνήμες δεν αλλάζει ο κόσμος. Δεν αλλάζει ποτέ τίποτα.
Σε αγαπάει. Τ’ ακούς; Μηδενίζει τα πάντα για σένα. Αλλάζει! Τ’ ακούς;… Φωνάζει, ουρλιάζει και δεν την ακούς. Πονάει και δεν την βλέπεις, κλαίει και δεν την αγκαλιάζεις, σε αγαπάει και εσύ αδιαφορείς. Ως πότε;
Ακόμα και από τις σκέψεις της απομακρύνεσαι. Θα κοιμηθεί για να σταματήσει να βιώνει την αδιάκοπη και αέναη φυγή σου…
Καληνύχτα…
LoveLetters