Γράφει η Φλώρα Σπανού.
Με φοβίζει ο κόσμος μας μαμά, με τρομάζει. Γι’ αυτό κι εγώ αρνούμαι να μεγαλώσω.
Θέλω να μείνω για πάντα παιδί.
Το παιδί εκείνο που κάθε βράδυ θα του λες παραμύθια.
Το παιδί εκείνο που κάθε βράδυ θα το παίρνεις στην αγκαλιά σου για να κοιμηθεί.
Το παιδί εκείνο που θα σκουπίζεις τα δάκρυα του όταν θα φοβάται.
Το παιδί εκείνο που θα χαίρεται να ζει. Να ονειρεύεται. Να ελπίζει. Που στις ζωγραφιές του θα φτιάχνει ανθρώπους χαρούμενους και παιδιά ευτυχισμένα. Τοπία καταπράσινα και χέρια ενωμένα. Χαμόγελα παντού και κορμιά αγκαλιασμένα. Θάλασσες καθαρές και ζώα ευτυχισμένα.
Γιατί οι ζωγραφιές μου μαμά είναι γεμάτες χρώμα, αγάπη, ελπίδα. Σε αυτό τον κόσμο ονειρεύομαι να ζω, σε αυτό τον κόσμο ονειρεύομαι να παίζω, μα εσείς οι μεγάλοι δεν το καταλαβαίνετε μαμά και μέρα με τη μέρα μας τον καταστρέφετε.
Μας δίνετε όπλα να πολεμήσουμε. Καταστρέφετε την αθωότητά μας. Γιατί μαμά; Τι σας φταίξαμε και καταστρέφετε το μέλλον μας;
Γι’ αυτό σου λέω μαμά. Δεν θέλω να μεγαλώσω. Δεν θέλω να μεγαλώσω και να γίνω όλα εκείνα που φοβάμαι.
Στο σχολείο ακούω από τους φίλους μου πράγματα που με τρομάζουν. Χθες άκουσα την Μυρτούλα να λέει πως οι γονείς της θα χωρίσουν. Αυτό σημαίνει ότι θα χωρίσετε κι εσείς μαμά;
Στην τηλεόραση βλέπω πράγματα που με φοβίζουν. Όλοι μιλάνε για καταστροφές, για πολέμους, για φονικά.
Θέλω να μείνω παιδί μαμά. Δεν θέλω να μεγαλώσω.
Οι άνθρωποι μεγαλώνοντας αλλάζουν. Μεταμορφώνονται. Κι εγώ θέλω να μείνω έτσι όπως είμαι τώρα. Αγνός. Να χαίρομαι να ζω και να ‘χω καθαρή ψυχή.
Δεν θέλω να αλλάξω μεγαλώνοντας.
Εσείς οι μεγάλοι συνεχώς τσακώνεστε. Εσείς οι μεγάλοι συνεχώς χειροδικείται. Φωνάζετε. Βρίζετε. Εξαπατάτε ο ένας τον άλλον. Δεν αγαπάτε. Μονάχα τον εαυτό σας αγαπάτε. Εγώ που είμαι μικρός και το έχω καταλάβει. Εσείς γιατί δεν το καταλαβαίνετε;
Ότι αλλάζετε. Παραμορφώνεστε. Γίνεστε μια άμορφη μάζα. Μια μάζα χωρίς ουσία, χωρίς έναν κοινό σκοπό. Χωρίς ομορφιά. Προσπαθείτε να κατασπαράξετε ο ένας τον άλλον. Είστε σαν τους ανεμοστρόβιλους που καταστρέφουν τα πάντα στο πέρασμά τους.
Γιατί τρέχετε να τα προλάβετε όλα μαμά;
Τρέχετε και δεν βλέπετε πως προσπερνάτε τις στιγμές σας. Ο χρόνος για σας είναι χρήμα κι έτσι δεν είστε ικανοί να δείτε τίποτε περισσότερο πέρα από τη μύτη σας.
Μήπως όλα αυτά που λέω είναι ψέματα μαμά;
Γιατί με κοιτάς με αυτά τα βουρκωμένα μάτια; Με αυτό το έκπληκτο βλέμμα; Λες και είπα κάτι που δεν ξέρεις. Είμαι σίγουρος πως ξέρεις την αλήθεια μαμά και φοβάσαι που την ξέρω κι εγώ. Απλά εσύ αν και μεγάλη δεν την είχες συνειδητοποιήσει. Την είχες καλά φυλακισμένη σε κάποιο σκοτεινό δωμάτιο του υποσυνείδητου σου. Ναι, μπορεί να είμαι παιδί, μαμά, όμως καταλαβαίνω πολύ περισσότερα από εσάς τους μεγάλους.
Κάθε μέρα εσύ κι ο μπαμπάς τρέχετε σαν τους τρελούς. Είστε σαν στρατιωτάκια που ετοιμάζονται να πάνε στην μάχη. Σπίτι, δουλειά, δουλειά σπίτι. Όταν ήμουνα πιο μικρός σας έβλεπα και σας θαύμαζα μαμά. Έβλεπα πόσο αγαπούσε ο ένας τον άλλον. Τα τρυφερά φιλιά σας, οι αγκαλιές σας μέσα στις οποίες χανόμουν κι εγώ, τώρα έχει χαθεί όλη η μαγεία, ούτε ένα φιλί, ούτε ένα άγγιγμα, είστε σαν ξένοι, μένετε στο ίδιο σπίτι αλλά είστε ξένοι. Πιο πολύ μιλάει ο μπαμπάς με τους φίλους του όταν έρχονται σπίτι να δουν μπάλα παρά με ‘σένα. Μεταξύ σας λέτε μόνο τα τυπικά. Βέβαια δεν φταίτε κι εσείς εξ’ ολοκλήρου γι’ αυτό. Οι άλλοι οι πιο «μεγάλοι» σας κατάντησαν έτσι. Εκείνοι που πιστεύουν πως αποφασίζουν σωστά για την κοινωνία αλλά τελικά το συμφέρον τους κοιτούν κι αυτοί. Γιατί το συμφέρον μαμά σε αυτό τον κόσμο είναι πάνω από όλα.
Για αυτό σου λέω μαμά. Δεν θέλω να μεγαλώσω. Προτιμώ να μείνω παιδί.
Τα παιδιά ξέρουν την αλήθεια. Για αυτό και χαίρονται να ζουν.
Μην με αφήσεις να μεγαλώσω μαμά. Κράτα με εκεί, σφιχτά, μέσα στην αγκαλιά σου, να μην μεγαλώσω ποτέ!
LoveLetters