Γράφει η Ηρώ Αναστασίου
Κι επειδή γνώρισα την ταραχή στο έπακρο, δεν ζητάω τίποτα πλέον παρά μόνο γαλήνη και ηρεμία. Είχα γράψει παλιότερα ότι “τα συναισθήματα είναι σαν άγρια άλογα”. Αλλάζουν συνέχεια γιατί καθορίζονται και μεταβάλλονται απ’ τα γεγονότα που τρέχουν γύρω τους.
Κι εγώ δεν θέλω να είμαι ταραγμένη, αλλά μόνο αυτό υπήρξα μαζί σου. Θέλω να αισθάνομαι πως με θέλουν, πως μ’ αγαπούν, αλλά και να μου το δείχνουν. Έρχονται στιγμές λοιπόν που αναρωτιέμαι τι κάνω; Γιατί το κάνω; Πόσο ακόμα θα πρέπει φυλακίσω την ψυχή μου; Πόσο ακόμα θα αναπνέω καυσαέριο;
Γιατί πνίγομαι απ’ την αδιαφορία, πνίγομαι όταν δεν ξέρω, όταν δεν είμαι σίγουρη. Δεν φοβάμαι την μοναξιά, αν μέσα στις σχέσεις μου δεν υπάρχει η αγάπη. Κι εδώ η αγάπη δεν κατοικεί. Κι όταν η αγάπη σε μια σχέση δεν κατοικεί με τρομάζει, με αποδυναμώνει.
Κι εγώ δεν θέλω να είμαι τρομαγμένη, δεν θέλω να νοιώθω παράταιρη. Και μαζί σου παράταιρη νοιώθω. Υπήρξα πάντα ένα πολύ περήφανο ον. Αγάπησα πολύ και αγαπήθηκα επίσης πολύ. Αλλά όπως έλεγα και παλιά άλλο τόσο
και τώρα το πιστεύω ότι, “όταν σταματήσει κάποιος να με αγαπάει, ασχέτου φύλου, σταματάω κι εγώ να το δείχνω. Η αγάπη μου δεν πεθαίνει, αλλά η σιωπή μου είναι πιο δυνατή κι απ’ τον κεραυνό. Κι όταν σταματήσει η καρδιά μου να αγαπάει, πίσω ποτέ δεν ξαναγυρνάει”.
Φοβάμαι τον εαυτό μου, γιατί όταν πονάω τα κάνω όλα γυαλί γύρω μου. Και κόβομαι και πονάω. Που να μοιράσω τον πόνο, πες μου; Πώς να κρατήσω την κραυγή μου όταν βουβά με αγκαλιάζει; Ίσως φοβάμαι τους ανθρώπους που δεν αγαπούν όπως εγώ.
Ίσως φοβάμαι αυτούς που αγαπάνε αλλά δεν αγαπούν. Ίσως φοβάμαι τις σιωπές, αυτές που μιλούν, αυτές που κλαίνε και σπαράζουν. Σε πόσες κραυγές άραγε να χαθεί ο φόβος; Σε πόσους στεναγμούς πικρής αλήθειας ανατινάζεται το πάθος; Ποια πυρομαχικά αλήθεια να αναζητήσω να αντέξουν την μοιραία έκρηξη;
Είναι βαρύς ο πόνος όταν δεν μπορείς να σώσεις τον εαυτό σου, όταν δεν μπορείς να σηκώσεις την ψυχή σου, να την αρπάξεις απ’ το χέρι και να τρέξεις. Να τρέξεις όσο πιο μακριά μπορείς για να ξαναγεννηθείς