Χαθήκαμε φίλε σε έκπτωτες σχέσεις
Ανεβάζω ψηλά τους ανθρώπους. Και γρήγορα πέφτουν.
Τους ανεβάζω σε βάθρα αστραφτερά, τους θεοποιώ και τους θαυμάζω. Επευφημώ τα χαρίσματα τους και την ικανότητα τους να μου προσφέρουν όσα χρειάζομαι. Νιώθω ότι σε αυτούς βρίσκω τα κομμάτια που μου λείπουν και χαίρομαι που γεμίζω από την επαφή μαζί τους.
Ίσως αυτό οφείλεται στην ανάγκη μου για επαφή, για ταίριασμα, προσκόλληση και αποδοχή από μια ομάδα.
Σιγά-σιγά όμως τα ψεγάδια τους αναδύονται στην επιφάνεια. Δεν είναι τόσο εντυπωσιακοί όσο μου φάνηκαν στην αρχή.
Φυσικά η άρνηση είναι η πρώτη μου αντίδραση – ποια είμαι εγώ να αναιρέσω θεωρίες ψυχαναλυτικές; Προσπαθώ να εκλογικεύσω και να δικαιολογήσω πράξεις και συμπεριφορές. Γρήγορα συγχωρώ και ξεχνάω, παρέχοντας ελαφρυντικά, αθωωτικές ετυμηγορίες.
Ύστερα από λίγο – πάντα το κακό δεν αργεί να γίνει – ξεπροβάλλουν όλο και περισσότερες πτυχές τους που δε συνάδουν με τα πρότυπα που θέτω, με τις αναμονές και τις απαιτήσεις μου από αυτούς.
Αρχίζει τώρα η εικόνα τους να χάνει λίγο από την πρότερη λάμψη της, να θαμπώνει και αυτοί να αποβάλλουν ένα-ένα τα εγκωμιαστικά χαρακτηριστικά που τους έπλεξα.
Και έρχεται ο θυμός – ναι, φυσικά ο θυμός. Θυμώνω που δεν ανταποκρίθηκαν στις προσδοκίες μου. Που δε με σκεφτήκαν όσο εγώ, που δεν αντέδρασαν όπως θα αντιδρούσα εγώ γι’ αυτούς, που φέρθηκαν με τρόπο που δε θαυμάζω και με προσβάλλει, που δε με πρόσεξαν. Και τα λάθη τους, αναρίθμητα, κατακλύζουν τις σκέψεις μου.
Τα γιατί – φυσικά, πάντα κάπου εδώ εμφανίζονται τα γιατί, μια λέξη μόνο κι όμως με βάρος ασήκωτο – με πλημμυρίζουν, η σχέση που για τα καλά είχε αναγορευτεί σε άτρωτη και ουτοπική, τώρα φορά ανθρώπινη μορφή και αναδεικνύει πληγές και ουλές ανθρώπινου σώματος. Ίσως ακόμα και να απομακρύνομαι για λίγο, προσπαθώντας να καταλάβω, κρατώ δήθεν μούτρα και αναζητώ ευκαιριακά άλλες δυνατότητες επικοινωνίας.
Γρήγορα όμως επιστρέφω. Πάντα επιστρέφω. Γιατί το οικοδόμημά μου που μου στοίχισε για να το κατασκευάσω, που έκανα όνειρα γι αυτό, είναι κομμάτι μου, με πονά και αποφασίζω να διαπραγματευτώ – άλλωστε είναι της μόδας.
Με μια ενδόμυχη ελπίδα αντιστρεψιμότητας της κατάστασης, εκθέτω όσα με προβληματίζουν, τους θέτω προ των ευθυνών του και περιμένω την αναμόρφωση. Την αναγνώριση του λάθους, την παραδοχή των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών, τη μεταμέλεια, τις απλές δικαιολογίες ή ένα συμφιλιωτικό χαρακτήρα, την αμοιβαία ανάγκη, τη σημασία της συνύπαρξής μας παρά τις αντιθέσεις και διαφωνίες μας.
Περιμένω τουλάχιστον να δω κοινή παραδοχή της άποψης ότι όλοι έχουμε ελαττώματα, αλλά υπάρχει διάθεση προσαρμογής για την επίτευξη του κοινού καλού.
Όμως, τότε αντιλαμβάνομαι ότι η σημασία που έδωσα ήταν μεγάλη και ξεχείλισε γρήγορα από το ποτήρι της πραγματικότητας. Όλο αυτό το εγκώμιο, το παραμύθι, η προδοσία και η λύτρωση συνθέτουν τη δική μου μόνο εναλλακτική πραγματικότητα.
Έτσι είναι, έτσι θα ναι. Δε δίνουν δεκάρα αν μου ταιριάζουν, αν με πληγώνουν. Αυτοί είναι και δεν ενδιαφέρονται για τις προσωπικές μου προσμονές, ευχές και ανάγκες. Η κατάθλιψη, η θλίψη, η απογοήτευση, το ξέσπασμα, η παραίτηση ακολουθούν ως εξελικτικά βήματα, όπως οφείλουν.
Απογοητεύομαι, στενοχωριέμαι που δεν κατάφερα – πάντα γίνεται προσωπικό – να βρω για ακόμα μια φορά άτομα που να πληρούν τις προδιαγραφές που έθεσα και που εκείνοι που επέλεξα – πάντα υπάρχει και μια δόση επίρριψης της ευθύνης – δε στάθηκαν αντάξιοι των περιστάσεων.
Και ύστερα απλά υποχωρώ. Αποδέχομαι τον ρεαλισμό της ζωής. Μέχρι τώρα πετούσα στο ροζ συννεφάκι μου – ποιος θα με κρίνει γι αυτό; Η αποδοχή, σκληρή και τελεσίδικη, έρχεται να επισφραγίζει τη νέα συνθήκη.
Οι άνθρωποι γύρω μου – μακάρι πάντα να το θυμάμαι – είναι γεμάτοι ελαττώματα, αδυναμίες, πληγές, τραύματα, ιδιαιτερότητες, όπως κι εγώ άλλωστε.
Ο καθένας είναι μοναδικής κοπής χαρτονόμισμα, με άλλη αξία, χρήση και δυναμική. Ο καθένας έχει θετικά και αρνητικά, στοιχεία που θαυμάζω, που μισώ, που μου ταιριάζουν, που με απωθούν. Ο καθένας έρχεται να προσθέσει στο δικό μου σενάριο μια άλλη ιστορία και τροπή. Ο καθένας έχει να μου δώσει κάτι διαφορετικό.
Με κάποιους θα υπάρξει γόνιμη ανταλλαγή και ανάπτυξη συναισθημάτων, με άλλους θα γίνει πρόσκαιρο συνταίριασμα σε ορισμένους μόνο τομείς δραστηριότητάς μας. Με άλλους η επαφή θα είναι εικονική και οι ψυχές μας δε θα καταφέρουν να ακουμπήσουν, θα απωθούνται σαν πόλοι μαγνητών που είναι κατασκευασμένοι να μη συναντηθούν ποτέ.
Σκέφτομαι τι μπορεί να φταίει.
Εγώ ερμηνεύω τα σημάδια τους λάθος και μεταφράζω τις ανάγκες και δυνατότητες τους σε κοινή μας γλώσσα. Εγώ έχω την ανάγκη του ανήκειν, την ανάγκη εύρεσης των ομοίων. Και όταν δεν ικανοποιείται αυτή μου η ανάγκη, προσπαθώ εγώ να την ικανοποιήσω προσδίδοντας ψεύτικα χαρακτηριστικά σε αυτούς που με προσεγγίζουν. Ίσως αυτό οφείλεται στην ανάγκη μου να καλύψω δικές μου ανασφάλειες.
Λένε πως βλέπουμε στους άλλους όσα θα θέλαμε να έχουμε εμείς και πως απογοητευόμαστε από τα αρνητικά τους, αυτά που αποτελούν στοιχεία και της δικής μας ταυτότητας και θυμώνουμε που δεν μπορούμε να απαλλαχτούμε από αυτά – πάντα καθρεφτίζονται στους άλλους οι δικές μας ελλείψεις και φιλοδοξίες. «Απογοητεύτηκα από την ανθρώπινη φύση και δεν ασχολήθηκα άλλο επειδή διαπίστωσα ότι έμοιαζε πολύ με τη δική μου», λέει ο J. P. Donleavy.
Η αποδοχή δημιουργεί νηνεμία, λύτρωση και μια αφοπλιστική σιγή.
Αλλά εγώ δεν ξέρω αν μπορώ να αρκεστώ σε αυτό. Να αποδεχτώ πως ίσως ποτέ δε βρω άτομα που να αφουγκράζονται το είναι μου, να με γεμίζουν και να επενδύουμε ο ένας στον άλλο. Να αποδεχτώ πως πρέπει απλά να συνειδητοποιήσω την ανθρώπινη μας απόσταση, να μην αποζητώ πολλά, να προσαρμόζομαι και να δέχομαι ό,τι ο άλλος έχει να δώσει. Εγώ θέλω – και το θέλω αυτό παίρνει διάσταση γιγαντιαίας καταιγίδας που τα παρασύρει όλα στο πέρασμα της – να συνεχίσω να ψάχνω.
Δεν μπορώ να λέω πια δεν πειράζει, θα αρκεστώ στο λίγο. Δεν μπορώ πια να συγχωρώ συγκαταβατικά. Δεν μπορώ να προσπερνώ τις ανάγκες μου και να τις ρυθμίζω με ό,τι βρίσκω. Μπορεί να συνεχίσω να τρώω τα μούτρα μου για καιρό. Δε θα σταματήσω να αναζητώ, να ενθουσιάζομαι, να απογοητεύομαι και να ψάχνω από την αρχή.
Και μια μέρα – γι’αυτό να είστε σίγουροι – θα βρω αυτό που ψάχνω.
Όχι το τέλειο. Το ατελές, το όμορφα ατελές που δε δεχτεί να πορευτεί διπλά μου και να είναι περήφανο για τις δικές μου αδυναμίες κι εγώ για τις δικές του, που μπορεί να με πληγώνει και να κάνει λάθη αλλά θα λυπάται γι αυτά, που θα με σκέφτεται και θα με σέβεται, που θα είναι δίπλα μου και δε θα θέλει να το αλλάξει αυτό με τίποτα. Που δε θα είναι σε βάθρο, αλλά πλάι μου και θα με κρατά.
Της Χαράς Κουλοπούλου
Πηγή