Γράφει η Έφη Παναγοπούλου
Ένα βλέμμα σου μόνο, δεν κατάφερε να σπάσει την σιωπή, μπορούσες να πεις τόσες λέξεις, μα δεν κατάφερες να πεις καμία. Είχες τόσες αφορμές να πεις και να δείξεις αυτά που νοιώθεις, μα έμεινες σαν βράχος να κοιτάς απλά την ώρα να κυλάει, κι ας ήξερες ότι ήταν η τελευταία φορά που με έβλεπες.
Αν είχες μιλήσει, αν είχες τολμήσει. Πόσα «αν» πέρασαν από το μυαλό μου εκείνο το βράδυ… Λέξεις που δεν είπες και έπρεπε να πεις, όλα τα θυμάμαι. Αγκαλιές που δεν έκανες και ήθελες να κάνεις, και αυτές τις θυμάμαι. Μάτια που κοίταζαν αλλού, παγωμένα βλέμματα, χαμένα στο χώρο, και αυτά τα θυμάμαι.
Σταμάτησε ο χρόνος ξαφνικά, με το που με είδες, εκείνο το λεπτό, σε εκείνη την παγωμένη χειραψία και μετά κύλησε τόσο γρήγορα, σαν να μην γνωριστήκαμε ποτέ. Σαν να μη με αγάπησες ποτέ, ή σαν να πέρασα από την ζωή σου σαν αστραπή, και αυτό το θυμάμαι. Όλα τα θυμάμαι, σαν κακή ανάμνηση, σαν ένα όνειρο που ξύπνησα για να μη δω την συνέχεια.
Αν τολμούσες να με πάρεις αυτή την αγκαλιά, αν τολμούσες να μιλήσεις με ειλικρίνεια, αν τελικά άφηνες την καρδιά μιλήσει, όπως άπρεπε και δεν κρυβόσουν πίσω από μάσκες, αν καταλάβαινες αυτό που σου έλεγα πάντα, ότι η ζωή είναι λίγη και λήγει… Τότε θα ζούσες με πάθος, χωρίς έπαρση, χωρίς ησυχία. Η βαβούρα του μυαλού σου θα έβγαζε τον σκασμό και θα υποκλινόταν στο θάρρος σου! Αν με αγαπούσες λίγο δεν θα με άφηνες να φύγω…