Γράφει η Ιωάννα Ιακωβίδου
Τα πρωινά είναι λίγο διαφορετικά, έχουν ένα κενό, όμως χωρίς επιλογή θα πω πως τα πάμε καλά.
Δε σταμάτησε η ζωή βλέπεις, έχει δικό της ρυθμό και δε σου δίνει το δικαίωμα να τα παραιτήσεις.
Αλήθεια πόσες φορές σε όλη σου τη ζωή να σκέφτηκες να τα παρατήσεις, πόσες φορές παρακάλεσες να σταματήσει ο χρόνος για λίγο;
Ένιωσες στιγμές απελπισίας όπως εγώ τώρα ; Δε σε ρώτησα ποτέ, σε θυμάμαι μόνο να μου απαντάς όταν σου παραπονιόμουν πως δεν αντέχω άλλο και κουράστηκα “τι πάει να πει κουράστηκες; Η ζωή δεν είναι εύκολη για κανέναν κι εσυ είσαι μαχήτρια”.
Πάντα όμως τελικά με βοηθούσες όπως μπορούσες για να κερδίσω λίγο χρόνο χαλάρωσης.
Κάποιες μέρες η σκέψη μου ταξιδεύει αισιόδοξα στο μέλλον, σε όνειρα που ξέχασα για λίγο και πιάνομαι να οργανώνομαι για να τα κάνω πραγματικότητα.
Οι φίλοι μου με μαλώνουν πως δε πρέπει να παραιτούμαι και πως κάτι τέτοιο δε θα το ήθελες ούτε εσύ κι έτσι βάζω όλο μου το πείσμα να ζήσω ξανά χαμογελώντας.
Δεν ξημερώνουν όλες οι μέρες όμορφες Μαμά, είναι κι εκείνες που ζορίζομαι πολύ να δεχτώ πως δε θα ξανά μιλήσω μαζί σου. Πάνε αρκετές μέρες που δε σου είπα ποσό λείπεις… η ζωή που είναι σκληρή όπως έλεγες δε μου αφήνει περιθώρια, μόνο μάχες μου δίνει. Κάθε μέρα και μια καινούργια πρόκληση, να τα καταφέρω και είμαι αντάξια των προσδοκιών… μα κάπου χάθηκα πάλι, κάπου στο βάθος δεν φρόντισα τον εαυτό μου όσο έπρεπε και τον έχασα.
Κάπου ξεχάστηκα να σκέφτομαι όλα τα γιατί, μα καταλήγω να μαλώνω τον εαυτό μου γιατί δεν υπάρχουν απαντήσεις για όλα, τουλάχιστον όχι φανερές.
Δεν ξημερώνουν όλες οι μέρες όμορφες Μαμά, ειδικά όταν ξέρω πως οι μοναδικοί άνθρωποι που καταλάβαιναν ακριβώς πως νιώθω, δεν υπάρχουν πια.
Τα μάτια μου πέφτουν συχνά σε ένα κενό σα να περιμένω να φανείς…. αλλά ο άνθρωπος είναι θεριό, το έλεγες κι εσύ το θυμάσαι; Έτσι κι εγώ σαν θεριό προσπαθώ να ζήσω με το κεφάλι ψηλά και το βλέμμα στραμμένο προς τα μέσα μου, μη κάνω λάθος και σε πικράνω.