Δεν την φοβάμαι την απόσταση! Δεν μας φοβάμαι αγάπη μου..
Γράφει η Άντζελα Καμπέρου
37 μέρες. Τόσες μετρούσαμε μέχρι να ξαναβρεθούμε. 37 μέρες μέχρι την ημέρα που θα κατέβαινα ξανά από εκείνο το πλοίο και θα σε έβλεπα και πάλι.
Και πέρασαν εκείνες οι υπερβολικά αργές και βαρετές 37 μέρες. Ήταν καλοκαίρι και συνήθως εγώ λατρεύω τα καλοκαίρια. Με αυτά μετράω τον χρόνο. Αλλά αυτό το καλοκαίρι από τα μισά του και μετά δεν έβλεπα την ώρα να τελειώσει. Βαρετό, ανιαρό, χλιαρό, λες και κάποιος είχε κολλήσει τους δείκτες και είχε αρπάξει όλη την σεροτονίνη από τον οργανισμό μου και η χαρά και ο ενθουσιασμός που με διακατείχαν συνήθως τα καλοκαίρια είχαν εξαφανιστεί.
Και έπειτα δεν μετρούσαμε μέρες. Έπειτα βρεθήκαμε και ήμασταν μαζί. Και μετρούσαμε μήνες. 3 μήνες, 6 μήνες και δεν βλέπαμε πως σε λίγο πάλι θα χωρίζαμε. Σε λίγο πάλι θα μετρούσαμε μέρες. Μέρες χώρια, μέρες μέχρι να ξαναβρεθούμε. Μέρες που δεν ξυπνάμε ο ένας στην αγκαλιά του άλλου.
Δύο εβδομάδες. 14 μέρες και κάτι ψιλά μέχρι να μας χωρίζει και πάλι μια θάλασσα. Και δεν ξέρω πως θα γεμίσω τα μικρά κουτάκια του μυαλού μου με εσένα για να μου φτάσει το απόθεμα μέχρι να σε ξαναδώ. Δεν ξέρω πως θα ξυπνάω και θα κοιμάμαι τις μέρες που δεν θα είσαι εδώ. Που θα ξέρω ότι απέχουμε μια θάλασσα ολάκερη και δεν μπορούμε να βρεθούμε ανά πάσα στιγμή.
Προσπαθώ να μην το δείχνω. Να μην αφήνω τα συναισθήματά μου να φανούν, στεναχωριέσαι και εσύ και είναι κάτι που δεν θέλω. Αλλά να μωρέ, καμιά φορά, εκείνα τα άτιμα τα μάτια κολλάνε πάνω σου, στο πρόσωπό σου και στο χαμόγελο σου και γεμίζουν από αλμυρά δάκρυα μέχρι επάνω και τότε είναι που δυσκολεύομαι περισσότερο από ποτέ να κρύψω όσα νιώθω. Δεν συγκρατείς τα δάκρυα όταν τα μάτια σου υπερχειλίσουν, τα αφήνεις απλά να τρέξουν λυτρωτικά στα μάγουλά σου. Και ξέρω πως όποτε συμβαίνει αυτό τα δύο σου χέρια είναι εκεί για να τα προλάβουν πριν γευτώ την αλμύρα τους, είναι εκεί για να με κλείσουν σε μία σφιχτή αγκαλιά ηρεμώντας την φουρτούνα που αρχίζει να ξεσπάει μέσα μου. Αυτά τα δύο σου χέρια καταλαγιάζουν τα κύματα που σηκώνει η ψυχή μου την στιγμή που συνειδητοποιώ ότι οι μέρες τελειώνουν.
14 μέρες. Και δεν ξέρω τι πονάει πιο πολύ. Που δεν έχω γεμίσει όσο θα ήθελα τις αποθήκες μου ή που δεν θέλω να σε αφήσω να φύγεις; Θα έρχομαι, ναι, θα έρχομαι όσο πιο συχνά μπορώ. Μα δεν θα είναι το ίδιο.
Δεν φοβάμαι την απόσταση. Δεν μας φοβάμαι. Ξέρω ότι θα την αντέξουμε, ξέρω ότι δεν θα μας νικήσει, δεν θα μας λυγίσει, δεν θα μας φθείρει. Απλά δεν θέλω να την έχω αυτή την απόσταση.
14 μέρες και ευτυχώς έχουμε μόνο χιλιομετρικές αποστάσεις γιατί οι καρδιές μας είναι πάντα η μία δίπλα στην άλλη και αφού έχω εσένα μπορώ να αντέξω και να υπομείνω τα πάντα!