Γράφει η Στέλλα Γρηγοροπούλου
Σαν τότε που τα τέρατα που είχαμε μέσα μας, δεν μας προστάζαν τι να κάνουμε μα εμείς τα φέρναμε στο δικό μας λαβύρινθο έως ότου χαθούν μια για πάντα.
Σαν τότε που μέσα μας δεν είχαμε τέρατα έτοιμα να κατασπαράξουν μα από εκείνα που στο τέλος γινόντουσαν νεράιδες.
Σαν τότε που μεγαλώναμε χωρίς να έχουμε μέσα μας δεύτερες σκέψεις, που ότι νιώθαμε ήταν αθώο, που ότι σκεφτόμασταν το κάναμε πράξη και δεν περιμέναμε να ακούσουμε μπράβο.
Σαν τότε που δεν μας ένοιαζε να δειχτούμε αλλά να κάνουμε τις σκέψεις και τα όνειρα μας πραγματικότητα, για εμάς μα και γι’ εκείνους που αγαπούσαμε.
Σαν τότε που η καρδιά μας χτυπούσε δυνατά όπως οι μπαγκέτες πάνω στα ντραμς, που μας ξεσηκώνουν στον ήχο τους, σαν τους χτύπους της καρδιάς που δεν βαστιούνται με κανένα ίσως, μη και όχι.
Σαν τότε που ακούγαμε μουσική και ήταν μουσική που θα έμενε για πάντα χαραγμένη μέσα μας.
Το τότε που ήταν αυθεντικό και τα τέρατα μαγικά σαν από παραμύθι, που τα έκαιγαν με τις φλόγες τους οι δράκοι.
Σαν τότε που η αγάπη φώναζε, κραύγαζε δίχως μπλε και κίτρινα χρωματιστά χαρτάκια άνευ αξίας.
Τότε που οι ποιητές έγραφαν μόνο για την αγάπη, την μεγαλοπρεπή εκείνη αγάπη του τότε.
Σαν τότε που οι ζωγραφιές που κάναμε στο κορμί μας θύμιζαν το χρώμα της φωτιάς, τα δικά μας, κατάδικά μας σ’ αγαπώ.
Πες με παλιακή μα εγώ θα μείνω σε εκείνο το τότε, θα προσπαθήσω να φέρω στα παιδιά πάλι πίσω το χρόνο για να το δουν, για να το μυρίσουν και στο τέλος να το αγαπήσουν γιατί μόνο αγάπη μπορεί να σου θυμίσει εκείνο εκεί το τότε.
Μόνο αγάπη!