Και σε ότι χρειαστώ, θα έχω εμένα!
Γράφει η Κρυσταλλένια Γαβριηλίδου
Ξέρεις, όπως μου στέκομαι εγώ, όπως με προσέχω, καλύτερα από μένα κανείς δε θα μπορέσει να το κάνει.
Ξέρεις, εγώ τις ξέρω τις πληγές μου, τις δικές μου αλλά κι όσες προκάλεσα
Ξέρω τα άτρωτα και τα τρωτά μου
Τα καλά και τα στραβά μου, τι χρώμα έχουν τα χαμόγελα μου, τ’ όνομα πίσω απ’ τα δάκρυα μου.
Ξέρεις, μόνο εγώ μπορώ να με βλέπω όπως πράγματι είμαι.
Από μάσκες ξεγυμνωμένη, με αλήθειες ντυμένη και να μπορώ να τις ανεχτώ, γιατί δικές μου είναι.
Ξέρεις, στα δάκρυα σου να σ’ αγκαλιάσεις και στα χαστούκια στήθος να προτάσσεις.
Τις πληγές σου να γλείφεις, όχι να σε γλείφουν για να μην τις δεις
Αυτά δεν τα χρειάζεσαι. Το σάλιο χάρισμα τους.
Ό, τι και να γίνει έχεις εσένα!
Μη βασίζεσαι σε κανένα!
Όσα κι αν έρθουν, όσα κι αν πάνε, όσο ο κόσμος αλλάζει, όταν βραδιάζει, ξέρεις!
Όπως με ξέρω εγώ, δεν θα με μάθει κανείς
Τι είμαι και τι δεν είμαι, για πόσα είμαι ικανή.
Τα «όχι» μου!
Κανείς με τις θάλασσες μου δε θα τα βάλει, θα πνιγεί!
Κανείς με τα φτερά μου δεν έχει πετάξει!
Κανείς μέσα απ’ τα μάτια μου δεν έχει δει, τη ζωή μου δεν έχει ζήσει!
Το αύριο δε μπορεί να μου ορίσει
Φοβόμαστε να μη μείνουμε μόνοι.
Λες και η μοναξιά, όπως η απουσία σκοτώνει.
Ξέρεις, μόνος ποτέ δε θα ’σαι.
Γιατί ό, τι κι αν χρειαστείς έχεις εσένα κι άλλον κανένα
Κι όταν το μάθεις, να σ’ το φωνάζεις
Η δύναμη σου όλη, κόντρα σε όσους έρχονται και φεύγουν
Εσύ πάντα μένεις. Όλα μαζί σου τα υπομένεις.
Κι αυτό είναι το μόνο «πάντοτε», που μπορείς να σου πεις
Έχετε σχέση χρόνια, και θα ’ναι αιώνια
Μην περιμένεις λοιπόν απ’ άλλους όσα μπορείς εσύ
Εκείνοι δεν ξέρουν κι εσύ, έρμαιο δεν είσαι
Μεσσίες δε θες
Να γεμίζεις ώρες, τι να το κάνεις;
Με κενό πάλι άδειες θα ’ναι
Ποιος λοιπόν καλύτερα μπορεί να σε προσέξει, να σου σταθεί, αν όχι εσύ;