Μέχρι να μπορώ να χαμογελώ ξανά, θα με κρατάω αγκαλιά.
Γράφει η Ελένη Σάββα
Κοιτάζω τη φωτογραφία, χαμογελάμε! Για κοίτα πόσο χαρούμενοι, πόσο ευτυχισμένοι δείχνουμε!
Για μια στιγμή μου ξεφεύγει και ‘μένα ένα χαμόγελο. Συνέρχομαι μετά από ένα λεπτό.
Παίρνω πάλι την έκφραση που έχω όταν σκέφτομαι το πώς και το γιατί.
Συννεφιάζει ξαφνικά και στην καρδιά μου βρέχει.
Ο ουρανός είναι μαύρος, τόσο μαύρος που νιώθω ένα βάρος να με κατακλύζει.
Μαζεύω βιαστικά την φωτογραφία. Την βάζω στο συρτάρι. Το κλειδώνω, μα ξέρω καλά που έχω το κλειδί, ξέρω.
Την φυλάω καλά, να μην μπορώ να την βρω εύκολα. Βλέπεις, το μισώ να συννεφιάζω.
Βλέπεις, δεν είσαι πια εδώ να με βοηθάς να διώχνω τα σύννεφα κι όλα έγιναν ξαφνικά πιο δύσκολα.
Δεν είναι ότι δεν μπορώ να τα διώξω και μόνη μου. Μα μ’άρεσε η βοήθεια. Μ’άρεσε πολύ.
Καλή καρδιά, σκέφτομαι, και προσπαθώ να χαθώ. Θυμάμαι όμως τα γέλια μας και τις όμορφες στιγμές.
Και τότε ξαφνικά νιώθω ένα περίεργο συναίσθημα.
Νιώθω την ανάγκη μιας αγκαλιάς. Της δικής σου αγκαλιάς.
Τι να γίνει, λέω. Έχω πια μόνο τη δική μου αγκαλιά. Η ζωή φέρνει τα πάνω κάτω, μα θα ξανάρθουν τα πάνω, σκέφτομαι. Και προχωρώ μ’αυτό. Και το αγκαλιάζω αυτό. Κι έχω εμπιστοσύνη στη ζωή. Και της χαμογελώ.
Γιατί είναι όντως αλήθεια πως στέλνει αγγέλους στο δρόμο μας. Τους στέλνει όταν της χαμογελάμε.
Της αρέσει πολύ της άτιμης να της χαμογελάμε! Μας ανταμοίβει.
Λέω να της χαμογελάσω ξανά μέσα απ’τα σύννεφα. Τι με νοιάζει που είναι δύσκολο; Θα τα καταφέρω!