Γράφει η NO*RL*IZ
Λέξεις. Λεξούλες για την ακρίβεια. Μια σταλιά. Όχι από αυτές που σε τρελαίνει ο ήχος τους. Που τις ξεστομίζεις και γεμίζει το στόμα σου. Μια σταλιά σου λέω, τόσο δα λεξούλες.
Ζωντανές όμως. Από αυτές που αν τις αφήσεις, μπορούν να γεμίσουν ή να αδειάσουν τη ζωή σου στο λεπτό. Να σε στοιχειώσουν. Να στριμώξουν το είναι σου σε μια γωνιά και να το τσακίσουν αλύπητα, να μη σ’αφήσουν να πάρεις ανάσα.
Ή να σε φουσκώσουν με τόσα όνειρα, πάθος και πόθο που είσαι έτοιμος να εκτοξευτείς στο άπειρο και ακόμα παραπέρα που λέει και ο αγαπημένος μου buzz lightyear.
Χαλάρωσε λίγο και πάρτο αλλιώς.
Κάνε ένα βήμα πιο πίσω και σκέψου πάλι. Τοσοδούλικα συμβολάκια που καθένα από αυτά αντιστοιχεί σε ένα φθόγγο και όλα μαζί φτιάχνουν μια λέξη δεν μπορούν να ρημάξουν ή να απογειώσουν την ύπαρξή σου. Όχι αποκλείεται.. εκτός αν το επιτρέψεις εσύ. Γι’αυτό σου λέω… Πάρτο αλλιώς.
Τι θα ήταν η μέρα σου χωρίς ένα «ποτέ»;
Τι θα’ταν η ζωή σου χωρίς ένα «πάντα»;
Θα’ταν γεμάτη εκπλήξεις μεγάλες ή μικρές.
Ο,τι επιτρέψεις και του δώσεις χώρο, μπορεί να στριμωχτεί.
Για σκέψου πώς θα’ταν να τολμήσεις…
Να τσιμπήσεις το μάγουλο του τύπου που σου περιποιείται με ένα σωρό σχεδιάκια το καπουτσίνο σου κάθε πρωί και αναρωτιέται αν σου αρέσουν.
Να ανταλλάξεις cd με το διπλανό οδηγό γιατί τόση ώρα σταματημένη έχεις βαρεθεί να ακούς τα ίδια και τα ίδια και «μια χαρά θα’ναι να συντονιστούμε μουσικά».
Να ξεκινήσεις κανονικά για το γραφείο με εκείνη την κομψή φουστίτσα, τα τακούνια και το σακάκι σου και στη μέση της διαδρομής να βάλεις πλώρη για εκείνο το κοντινό νησάκι που φεύγει το πρώτο πλοίο. Ούτως ή άλλως σήμερα δεν έχεις να κάνεις κάποια παρουσίαση και άσε που στο πορτ μπαγκάζ έχεις πάντα την τσάντα εκτάκου ανάγκης για να αλλάξεις γρήγορα γρήγορα (αν δεν έχεις είναι ώρα να βάλεις..).
Να γυρίσεις εκεί από όπου έφυγες ξημερώματα, φορτωμένη με ένα σούπερ πρωινό και ας μη σε περιμένει (ε… καλού κακού υπολόγισε το ρίσκο κινδύνου για μερικά δευτερόλεπτα).
Να πας εκεί όπου δεν έχεις πάει ακόμα για να προλάβεις να φύγεις ξημερώματα. Και ας μην είσαι φορτωμένη καλούδια, παρά μόνο με ένα χαμόγελο.
Να διώξεις ό,τι σε μικραίνει, σε πληγώνει, σε σκοτώνει λίγο λίγο και σ’αφήνει με στερεμένη φαντασία και καρδιά.
Να αλλάξεις το σενάριο σου με έναν τρόπο που σε εκφράζει και σε φοβίζει παράλληλα, ειδικά εσύ που δεν έχεις υποχρεώσεις. Που είσαι τάχα μου και δήθεν οπου γης και πατρίς στο πνεύμα αλλά κατά βάθος φοβάσαι να κουνήσεις τον κώλο σου μια θέση πιο κεί. Δεν βαρέθηκες ακόμα το σημάδι που εχει αποτυπωθεί τόσο έντονα στην ψυχή σου;
Αν με ρωτάς ανάμεσα στις δύο τους, προτιμώ το «πάντα» από το «ποτέ». Μου φαντάζει πιο γεμάτο, πιο μπόλικο, πιο οικείο. Αλλά μεταξύ μας και τα δυό τους μου βγάζουν μια έντονη καταπίεση. Και μ’αφήνουν με ένα κενό. Ανεκπλήρωτο. Για μια υπόσχεση που δεν μπορώ να στηρίξω είτε περικλείει το «πάντα» είτε το «ποτέ».
Η ανθρώπινη φύση μου, το λογισμικό μου, δεν αναγνωρίζει την εντολή. Δεν ανταποκρίνεται. Και δεν έχει να κάνει με τη θέλησή μου, ούτε με σένα. Έχει να κάνει με το ότι η έννοια που ακολουθεί κάθε μια από αυτές τις λεξούλες έτσι όπως τις φτιάξαμε, το νόημα αλλά και το δέος που πολλοί συνηθίζουν να αντλούν από αυτές, επηρεάζεται από τόσα πολλά δεδομένα, αν το καλοσκεφτείς, που μου φαίνονται ανάρμοστες και λίγες για να τις χρησιμοποιήσω.
Ναι, τελικά μάλλον τις θεωρώ άχρηστες.
Συγνώμη αν σε πληγώνω αλλά πες μου τώρα σοβαρά… όσο και αν θες να ακούσεις ένα «θα σ’αγαπώ για πάντα» αυτό το «θα» στην αρχή της φράσης μάνι μάνι, δεν το απαξιώνει; Και πώς καθορίζει το «πάντα» καθείς μας; Θα σ’αγαπώ για πάντα μέχρι να μουρθει ο επόμενος ντουβρουτζάς;
Στο λέω, εξελίσσεται δυναμικά η κατάσταση, «τα πάντα ρει» και δεν μ’ακούς. Και σετάκι μ’αυτό θες να ακούσεις και το «δεν θα σε ξεχάσω ποτέ», ή «δεν θα στο έκανα ποτέ αυτό». Μα θα σε ξεχάσω κάποια στιγμή έστω και αν πονέσω πολύ μέχρι τότε. Ή τέλος πάντων, απλά θα ξεθωριάσεις.
Και πολύ πιθανά θα στο κάνω κάποια στιγμή και αυτό που δεν θα έκανα ποτέ.
Γιατί απλά ζω. Και μεταβάλλομαι και εξελίσσομαι. Οχι για να γίνω χειρότερος και πιο ακραίος άνθρωπος που δεν γουστάρει να τον ορίζουν τα «πάντα» και τα «ποτέ» του καθενός, αλλά για να προλάβω να προσαρμοστώ. Αλλάζουν τα πρέπει, τα θέλω και οι συνήθειές μου για να μπορώ να σε ακούσω πιο καθαρά, να σε νιώσω περισσότερο χωρίς να είμαι οχυρωμένη σε όσα έχω μάθει και όσα μου επέτρεψαν να δω.
Και ενώ έχω τις εσωτερικές μου φωνές σε επαγρύπνηση, τους κανόνες της ηθικής και τα πρέπει που με μεγάλωσε η μαμά μου, κάποιες φορές ξέρω πως δεν σκέφτομαι ακριβώς όπως πρέπει και κάποιες άλλες, δεν έχω κάνει αυτό ακριβώς που περίμενες. Στο λέω, μου συμβαίνει.
Γι’αυτό σου λέω δεν μ’αρέσουν αυτές οι λέξεις. Αποφεύγω να τις λέω. Και να τις ακούω επίσης. Δεν θέλω να μου τις φωνάζεις, μήτε να μου τις ψιθυρίζεις. Ισως γιατί το μόνο από το οποίο δεν θα γλυτώσουμε ποτέ είναι ο θάνατος.
Για σκέψου όμως τελικά …
Αν αλλάξεις τον τόνο και κάνεις το «ποτέ» ένα ανυπόμονο «πότε». Να’ναι γεμάτο προσμονή και επιθυμία και όχι άρνηση. Αν ζωγράφιζες το «πάντα» ασπρόμαυρο με τα μαγουλάκια και τις τεράστιες ματάρες που σε κοιτούν. Και αν δεν γουστάρεις πολύ το ζωικό βασίλειο, κάνε το «πάντα» σου ένα «παντού». Έτσι για το γαμώτο. Για να γεμίσει το τριγύρω σου, το μέσα και το έξω σου με το «πολύ».
Δική σου είναι η επιλογή. Και δική μου επίσης.