Γράφει η Αναστασία Κορινθίου
Για ένα έρωτα χορεύει!
Άντρας αρσενικό!
Ξερεις… από αυτά τα λίγα , τα δυσεύρετα με το βλέμμα το σκοτεινό που σε φωτίζει!
Για έναν έρωτα ξενυχτά.
Για ένα σεβντά κατεβάζει μπουκάλια ολόκληρα και ο καημός, καημός μένει ανείπωτος με λόγια που σέρνουν αλυσίδες –καταδίκες κατάδικες του.
Καημός σαν τραγούδι με ένα μισόσβηστο τσιγάρο στα χείλη του.
Καπνός κι εσύ να σβήνεις μαζί του!
Ο σεβντάς του έρωτα που λέμε και στην Πόλη μας αγνόησε και τον αγνοήσαμε επιδεικτικά .
Ο σεβντάς που έγινε το ‘αχ’ στην αρχή των τραγουδιών του!
Ένας άντρας στην εθνική να οδηγεί με ένα μακό μπλουζάκι.
Στο πουθενά σου!
Να δένεται το στομάχι του κόμπος και να κλαίει γιατί ναι οι άντρες αρσενικά κλαίνε!.
Τον έχεις δει αυτόν τον άντρα!
Φορά πουκάμισο λευκό και φαίνεται το στήθος του που γυαλίζει από τον ξεχασμένο ιδρώτα μιας εφήμερης ηδονής!
Έχει λύσει την γραβάτα και έχει δέσει τα όνειρα του στα χέρια της που δεν κάνουν παλαμάκια τον χορό του πια..
Ο χορός του!
Το έρωτα Τον έκαμε χορό και μαλάκωσε κάπως ο πόνος.
Χέρια φτερούγες σαν αετός…
Το δικό του ζεϊμπέκικο!
Αυτό που χορεύεται με την ψυχή.
Άντρας αρσενικό που με μάτια υγρά κοιτά στο πουθενά και βλέπει εκείνη…
Γιατί το ζεϊμπέκικο είναι παραπάνω από ένας χορός.
Είναι λεβεντιά, είναι επανάσταση που βγαίνει απ’ την πίκρα και τα λόγια τα θυμωμένα, είναι αρχοντιά και λίγο μετά αλητεία , είναι να σηκώνεσαι και πάλι μετά, αφού σε ρίξουν αφού σε λυγίσουν, αφού σπάσεις.
Το ωραιότερο ζεϊμπέκικο το χόρεψε ο άντρας που δεν νοιάστηκε για τις φιγούρες και το χειροκρότημα. Άντρας από αυτούς της παλιάς κοπής που σαν την φιλούσε την αγκύλωναν τα γένια του και κοκκίνιζαν τα μάγουλα της. Οχι από ντροπή μα από πόνο… Τον πόνο του ερωτα! Τον έρωτα που απόψε μεθά μα δεν τρεκλίζει, τον έρωτα που πάντα βρίσκει τον δρόμο του. Όσοι μες τη μέθη και τις σπασμένες άμυνες ή αντοχές αυτοσχεδίασαν τα πιο δυναμικά βήματα, βήματα ζαλισμένα μα σταθερά… ξέρουν!
Τους ξέρεις κι εσύ. Είναι εκείνα τα αγόρια που άντρεψαν με φιλιά όχι πληρωμένα, αγόρια με τη μαγκιά στο βλέμμα και την μπέσα στην ψυχή. Που ό,τι ορκίστηκαν το κράτησαν, που έμειναν πιστοί και ψάξανε για την Ιθάκη τους με τους 40 μνηστήρες, αυτούς που λεηλάτησαν και πατρίδα και οικογένεια και Πηνελόπη! Άντρες από αυτούς που τα ζόρια τους έκαναν πιο δυνατούς και τα έπαιξαν στα ζάρια. Όλα για όλα. Όλα για το τίποτα. Αντρας αρσενικό που χορεύει ζεϊμπέκικο! Άντρας με καρδιά αλήτισσα που λαχταρά να ζεσταθεί στο σαλόνι της καρδιάς μιας αρχόντισσας, να γίνει η γυναίκα –λιμάνι ταξιδιάρικο από αυτά που βγάζουν ασπροπρόσωπη την ιστορία τους και δικαιώνουν τους χάρτες.
Είναι από αυτούς που σαν σηκωθεί να χορέψει θα γεμίσει η πίστα από φώσφορο και αποσβολώνεται ο κόσμος απ’ τα γύρω τραπέζια, γιατί το λέει η καρδιά του, γιατί δεν του χαλαλίζεις να πετάξεις γαρίφαλο την ώρα που αυτός πετά σαν έκπτωτος άγγελος. Εκείνη την ώρα νιώθεις πόσο ευάλωτος είναι, αυτός ο δυνατός, αυτός που δεν ντρέπεται να φανερώσει την αδυναμία του, τον νταλκά, τον σεβντά του και να τσαλακωθεί γι’ αυτόν. Κοίτα… ανοίγει τα χέρια, στριφογυρνά και εσύ που τον πόνεσες δεν ξέρεις αν θα πετάξει ή αν θα πέσει για σένα που φτιάχτηκες από το πλευρό του.
Για σένα που ξόδεψε τον Παράδεισο, που πόνεσε από έρωτα ψεύτικο και λόγια φλύαρα, που τον πίκραναν οι φιλίες που καταχράστηκαν το φιλότιμο. Άντρες αετοί που έχουν ακόμη σημάδια από πισώπλατες μαχαιριές στο πουκάμισο το υγρό από ιδρώτα και αλκοόλ, που έχουν λάσπες και σκόνη στα γόνατα απ’ την αδικία. Άντρες αρσενικά που είχαν κόψει το τσιγάρο και το ξανάρχισαν για σένα, που το ουίσκυ το πίνουν χωρίς πάγο σε χαμηλό ποτήρι που το μόνο ηλεκτρονικό στην ζωή τους δεν είναι ο … ψευτικος καπνός με άρωμα βανίλια μα όσα του έγραψες πριν χαθείς στην οθόνη ενός υπολογιστή και σε ένα κινητό που έσπασε 1000 κομμάτια σαν την καρδιά του. Άντρες με ένα γαμημένο παράπονο στα μάτια που κοιτούν κατευθείαν στην ψυχή σου κι έναν μπάσταρδο ξενιτεμένο θυμό που τους πρόδωσες.
Εσύ. Η γυναίκα, η ερωμένη, το κορίτσι τους. Που έφυγες με ένα απλό μήνυμα σε ένα smart phone που μένει πια βουβό, ενώ εκείνοι σου ειπαν τόσα τα βράδια που μετρούσαν την ανάσα σου! Άντρες κυρίαρχοι της πίστας που κυριάρχησαν πάνω τους τα πάθη και τα λάθη !
Κοίτα τους….
Η πίστα αδειάζει σαν σηκώνονται αυτοί.
Η ανάσα σταματά!
Φαίνονται τόσο δυνατοί, πανύψηλοι σαν Θεοί Αρχαίοι, μα όταν χορεύουν, βλέπεις τις ρωγμές και τα ράμματα και τις πληγές τις κακοφορμισμένες, που άφησαν, όσες πέρασαν.
Γυναίκες κατακτητές…
Άντρες με καρδιά λιονταριού που αγάπησαν μια γάτα.
Άντρες που τόλμησαν να κοιμηθούν δίπλα σε μια νεράιδα!
Που πήραν το μαντήλι της και σκούπισαν το δάκρυ τους. Γιατί ήξεραν… πως θα φύγει!
Άντρες αρσενικά που το κρασί το πίνουν σε καράφα ανέρωτο, το ούζο δίχως μεζέ κυριλάτο μα με ελιά και παξιμάδι και τις μπίρες σε καφάσια που συχνάζουν οι μοίρες. Ξέρουν να καζανεύουν την ρακί, ξέρουν από τσίπουρο και στριφτά τσιγάρα. Ξέρουν από καυγάδες και σπασμένα μπουκάλια, από σπασμένες καρδιές, κρατητήριο, ανεξέλεγκτη ταχύτητα, αναπάντητες κλήσεις ή κλήσεις για κόκκινο που προσπέρασαν να πάνε σε εκείνην, ξέρουν για ανεκπλήρωτα όνειρα και πληγωμένες αγάπες.
Αρχοντες είναι που Την αφεντιά τους τη δίνουν εκεί που γουστάρουν, κι αρνούνται πολλές φορές την ασφάλεια για έναν αβέβαιο παράδεισο. Δεν κρύβουν την βέρα τους, διεκδικούν, φευγουν ή μένουν και τιμούν τις συνέπειες ίδιο με τα παντελόνια τους! Δεν πηδάνε μα κάνουν έρωτα και δεν είσαι η γκόμενα, μα η γυναίκα της ζωής τους. Αυτή που για σένα θα το χορέψουν το γαμημένο το ζειμπέκικο Μια φορά και αληθινή! Θα το ‘καναν ξανά και ξανά και θα χόρευαν την απογοήτευση με την ίδια σωματική ένταση, ακόμη και για πάντα αν χρειαζόταν μα… μια φορά αγαπούν ντόμπρα.
Μετά δεν πιστεύουν πια σε τίποτα. Ούτε στην ζωή που και αυτή γυναίκα είναι πουτάνα. Τις σέβονται τις πουτάνες να ξέρεις… Δεν πουλάνε το φιλί τους σαν κάποιες που το ξεπουλάνε για ακριβά στέκια και σύνολα. Πληρώνουν τα κόκκινα φώτα με τον αναστεναγμό τους. Αυτόν της ηδονής σε μονά κρεβάτια. Άντρες αρσενικά που χορεύουν ζεϊμπέκικο,που γεννήθηκαν να τους αξιωθούν λίγες. Είναι φτιαγμένοι μονάχα για όσες μπορούν να κρατήσουν το κεφάλι περήφανο σε μια στροφή της ζωής ή της μουσικής σαν αυτούς. Για όσες χορεύουν για τον πόνο που κουβαλούν αόρατα κι ανοίγουν τα χέρια εξουσιάζοντάς τον.
ΠΟΝΕ ΣΕ ΝΙΚΗΣΑ, λένε. Είναι για εκείνες που με τον ήχο απ’ το μπουζούκι χορεύουν τσιφτετέλι και βάζουν μπουρλότο σε… κόκκινες καταστάσεις με ένα μαύρο σατέν φόρεμα, γυναίκες που σέβονται την πενιά και κάθε «λαϊκό τραγούδι» δεν είναι χιτάκι και μόδα, μα ελπίδα για όσα θα ‘ρθουν ή για όσα έφυγαν. Θέλει κότσια κούκλα μου να αντέξεις τέτοιον άντρα. Να τον διεκδικήσεις και να μείνεις μαζί του! Να διώξεις την μοναξιά κυρίως από το βλέμμα του. Βλέμμα όχι κυνηγού μα παιδιού που βγήκε με σφεντόνα στους δρόμους! Το ζεϊμπέκικο είναι ο πιο μοναχικός χορός και είναι δικός του, είναι για όσους μέσα σε μια παρέα, μόνοι τους σηκώθηκαν για να παλέψουν με τους δαίμονες εντός τους και να βρουν τον Αγγελο τον ένα που θα της μοιάζει. Δεν θέλει ψευτομαγκιά, υπερηφάνεια θέλει.
Ανθρώπους με αξιοπρέπεια, φιλότιμο μπέσα και λόγο τιμής. Να σέβεστε τους αντρες αρσενικά σαν χορεύουν ζεϊμπέκικο. Να τους δίνετε χώρο στην πίστα και στην ζωή σας.
Κυρίως στην ζωή σας.
Κοίτα, ανάψαν τσιγάρο.
Κοίτα κερνούν αλκοόλ και έρωτα αντρίκιο.
Κάνε παλαμάκια… δίχως γαρύφαλα που μυρίζουν θάνατο!
Περιμένουν να τους ερωτευθείς για πάντα στο πάντα της στροφής τους!