Γράφει ο Σάκης Χαλβαντζής.
Νύχτα.
Από τη μια σε λεηλατεί με θύμησες κι από την άλλη, απλώνοντας κομμάτι-κομμάτι μπρος στα πόδια σου όλο της το μεγαλείο, σου δίνει το άλλοθι που έχεις ανάγκη. Το άλλοθι που χρειάζεσαι για να πιεις, να πονέσεις, να κλάψεις, να χορέψεις σαν τρελός. Σου προσφέρει στοργή και παρηγοριά δίχως να σε κρίνει όπως τόσοι και τόσοι για τις επιλογές σου..
Ζητάει ανταλλάγματα όμως..
Σε φέρνει αντιμέτωπο με τα θεριά σου. Σ’αφήνει μονάχο σε μιαν άνιση μάχη απέναντι σ’όλα εκείνα που την ημέρα κρύβεις ευφάνταστα πίσω από μια δουλειά βιτρίνα. Πίσω από ένα καλοσιδερωμένο κουστούμι κι ένα ζευγάρι καλογυαλισμένα παπούτσια.
Πίσω από τη βιτρίνα όμως τι; Αλήθεια τι;
Σε κατατρώει το σαράκι της απώλειας, του αποχωρισμού, της μοναξιάς και του απραγματοποίητου. Μένεις ν’αναρωτιέσαι αν τελικά είναι ιδανικό να μην είμαστε καλά. Να παριστάνουμε τους πληγωμένους με τα χιλιομπαλωμένα όνειρα και τις αιμορραγούσες καρδιές.
Κάπου εκεί έρχονται τα πρώτα δάκρυα.. κι έπειτα σιωπή.
Εκκωφαντική κι αβάσταχτη. Γεννημένη για να απομακρύνει τους ανθρώπους.
Θρέφει τις ζωές μας, με καθημερινές δόσεις πρώιμης σχιζοφρένειας.
Υπάρχουν “σιωπές” και “σιωπές”..
Κάποιες μοιάζουν με συνεχή έκκληση για ζωή κι άλλες πάλι ουρλιάζουν σπαρακτικά, θέλοντας να τελειώσει το μαρτύριο.
Κάποιες βρίθουν από εγωισμό κι ενώ θά‘πρεπε να πάρουν τη μορφή κραυγής, η λέξη “αξιοπρέπεια” τους έκλεισε το στόμα.
Αξιοπρέπεια! Αυτό είναι το σωσίβιό μας.
Όλοι όμηροι είμαστε τελικά. Όμηροι των φόβων μας κι όλων εκείνων των “πρέπει” που βαφτίζουμε καθημερινά “θέλω”. Τόσο παγιδευμένοι στον μικρόκοσμό μας. Κι είναι επικίνδυνος ο μικρόκοσμός μας. Εθιστικός κι επικίνδυνος. Άπαξ κι αγαπήσεις την ηρεμία του, δύσκολα γυρνάς στους ανθρώπους.. Δύσκολα..