Γράφει η Στέλλα Γρηγοροπούλου
Μια φορά και έναν καιρό ήταν η Κλέλια.
Η όμορφη Κλέλια με τα μαύρα μαλλιά, τα πρασινογκρί μάτια και το σταρένιο δέρμα. Όλοι την ήξεραν για το χαμόγελό της! Εκείνο που δεν έφευγε ποτέ από τα χείλι της.
Ποτέ!
Σε ότι και αν συνέβαινε εκείνη ήταν πάντα χαμογελαστή.
Τα μάτια της όμως είχαν πάντα μια θλίψη… Σαν κάτι να περίμεναν. Σαν κάτι να ήξερε αλλά και να μην ήξερε.
Σαν κάτι θα συνέβαινε. Ήταν Χριστούγεννα και όλα έμοιαζαν τόσο όμορφα και γλυκά. Ακόμα και το γκρι του ουρανού. Σαν τα μάτια της.
Τι πείραζε άλλωστε!
Σε λίγο θα έφτανε σπίτι και θα ήταν με τους αγαπημένους της. Θα ήταν στην αγκαλιά του! Το Χριστουγεννιάτικο δέντρο πάντα στην ίδια γωνία, τα γλυκά να μυρίζουν από την είσοδο του σπιτιού, ο Καίσαρας πάντα να γαυγίζει για να την υποδεχτεί. Σαν να την μύριζε από χιλιόμετρα αυτό το σκυλί. Η πόρτα πάντα άνοιγε πριν καν φτάσει στα σκαλιά. Η αγκαλιά του την περίμενε πάντα πριν καν περάσει το κατώφλι του τεράστιου διαδρόμου. Πάντα μπροστά ο Καίσαρας βέβαια!
Τα μάτια τους ίδια, όπως και το χρώμα. Πάντα δακρυσμένα συναντιόντουσαν σαν να πέταγαν φωτιές. Η είσοδος πάντα είχε μέσα απώλειες πραγμάτων. Η βαλίτσα της πάντα πεταμένη. Ποιος νοιαζόταν για τα παλιοπράματα; Ήταν στην αγκαλιά του!
Και μετά ερχόντουσαν οι υπόλοιποι. Και μετά το Χριστουγεννιάτικο δέντρο. «Είναι αληθινό;» ρώτησε. Μα ποτέ δεν είχαν πάρει αληθινό. Ποτέ… Άλλαξε το βλέμμα της. Σκοτείνιασε. Σαν κάτι θα συνέβαινε…
Πάντα βρισκόντουσαν τα Χριστούγεννα. Ο κόσμος ανάποδα να γυρνούσε εκείνοι πάντα βρισκόντουσαν. Πάντα θυμόντουσαν ιστορίες από όταν ήταν ακόμα μωρό. Κοριτσάκι και όλα τα σχετικά της μικρής ηλικίας της. Κάπου έμπαιναν στη μέση και τα δικά του παιδικά χρόνια για να πουν πόσο έμοιαζαν.
Όλο το βράδυ μέσα στα γέλια και στα πειράγματα. Ήταν τόσο μα τόσο ευτυχισμένοι. Τα φώτα του Χριστουγεννιάτικου δέντρου έκαναν σαν τρελά. Την ζάλισαν. Δεν της άρεσε… Πήγε να δει τι έχουν πάθει.
Μόλις γύρισε την πλάτη της άκουσε ένα θόρυβο σαν κάτι να έπεσε. Γύρισε έντρομη. Ήταν εκείνος…
Δεν της άρεσε από την αρχή. Δεν της άρεσε… Γιατί το είχαν βάλει μέσα στο σπίτι Του; Τα ψεύτικα δεν έχουν ψυχή. Τα ψεύτικα δεν σε λένε κακό που τα έκοψες και τα πήγες μέσα σε ένα σπίτι. Που τα πήρες από το φυσικό τους περιβάλλον.
Να τα τώρα. Κοίτα! Κακοτυχία. Δεν έπρεπε να συμβεί αυτό. Δεν έπρεπε! Όχι έτσι. Όχι τώρα. Όχι Εκείνον!
Δεν της άρεσε…