Γράφει η Ελεονόρα Κοκκίνη
Η μνήμη πολλών GB θεωρείται προσόν των γυναικών. Αν τις νευριάσουν είναι ικανές να ξεθάψουν γεγονότα ετών και να τα τρίψουν στη μούρη των «τυχερών», οι οποίοι θα μείνουν αποσβολωμένοι προσπαθώντας να εντοπίσουν τη σύνδεση των γεγονότων αλλά κυρίως αν ήταν παρόν στα περιστατικά, μιας και δε θυμούνται απολύτως τίποτα. Γνωρίζουν πολύ καλά πως είναι μάταιο να φέρουν οποιαδήποτε αντίρρηση –μιας και θα επιβαρύνουν απλά τη θέση τους– και η μόνη απάντησή που μπορούν να αρθρώσουν είναι ένα γεμάτο –υποτιθέμενη– αυτοπεποίθηση και εκνευρισμό «τι κάθεσαι και θυμάσαι τώρα;».
Ναι, όντως ο γυναικείος εγκέφαλος, κατά την πλειονότητά του, μπορεί να συγκρατεί στη μνήμη του πολλά γεγονότα. Κάποια τα καταχωνιάζει καλά, κάποια τ’ αφήνει απλά σε μια άκρη και κάποια άλλα είναι μόνιμα στο προσκήνιο. Οι στιγμές που θα τα φέρουν όλα στη φόρα είναι επιλεκτικές και καλά μελετημένες.
Η ικανότητα αυτή όμως, όπως είναι φυσικό, βρίσκεται και στους άντρες. Σε αρκετά λιγότερους μεν, αλλά υπάρχει. Μπορεί να φαίνεται πως δε δίνουν σημασία σε πολλά, μπορεί οι στιγμές που θα αποκαλύψουν το μέγεθος της μνήμης τους να είναι πολύ λιγότερες αλλά μπορούν να αποδειχθούν το ίδιο καταστροφικές. Ίσως και αυτό να είναι το «όπλο» τους. Το ότι μπορούν και συγκρατούνται περισσότερο από τις διαχυτικές και αυθόρμητες γυναίκες, χωρίς να καρφώνονται.
Τι είναι καλύτερο τελικά; Να έχει κάποιος μνήμη ελέφαντα ή χρυσόψαρου;
Όταν ένα γεγονός σε σημαδεύει, σε απασχολεί και σε επηρεάζει στον τρόπο ζωής και καθημερινότητάς σου, σε «στοιχειώνει». Ξόδεψες ώρες και μέρες να σκέφτεσαι το συμβάν, σε προβλημάτισε και έτσι αποτυπώθηκε στη μνήμη σου. Ακόμη κι αν ήταν κάτι ασήμαντο, εκείνη η στιγμή που συνέβη σου έμεινε και καταγράφτηκε στα βιβλία του μυαλού σου.
Γιατί όμως να γεμίζουμε την προσωπική μας μνήμη με άχρηστες πληροφορίες; Γιατί να κρατάμε σαν αναμνήσεις περισσότερο δυσάρεστες στιγμές απ’ ότι ευχάριστες και με την πρώτη ευκαιρία να τις επαναφέρουμε;
Στο επίπεδο των ερωτικών σχέσεων η αποθήκευση πληροφοριών, είτε άχρηστων, είτε δυσάρεστων, είτε ευχάριστων, έχει να κάνει κατά ένα μεγάλο βαθμό με το επίπεδο εμπιστοσύνης που υπάρχει ανάμεσα στους δυο ανθρώπους.
Αν υπάρχει εμπιστοσύνη η μνήμη θα κρατήσει για ένα χρονικό διάστημα μια άτυχη στιγμή και με την πρώτη εκκαθάριση θα πετάξει το αρχείο του συμβάντος και θα συνεχίσει τη ζωή του και την καθημερινότητα.
Αν η εμπιστοσύνη είναι απούσα και αν επηρεάζεται και από τη ζήλια, η οποία έχει σημαντικό ρόλο και αυξάνει την χωρητικότητα του εγκεφάλου σε αποθέματα μνήμης, η εκκαθάριση δε θα έρθει ποτέ. Κάθε γεγονός θα μένει αντί να προσπερνάει, θα προκαλεί πονοκέφαλο, γκρίνια και καβγάδες. Είναι ένα δηλητήριο που σου τρώει τα σωθικά και δε σε αφήνει να χαρείς στιγμές, να ζήσεις.
Με τόσο συνωστισμό η σύγχυση δε θα αργήσει να έρθει. Τα γεγονότα και οι μνήμες θα αρχίσουν να μπλέκονται και να συνδέονται αυθαίρετα, φέρνοντας στο προσκήνιο νέα δημιουργήματα και ανύπαρκτα γεγονότα. Είναι η στιγμή που το δηλητήριο έχει εισχωρήσει και τα πρώτα συμπτώματα γίνονται ορατά.
Αντίθετα, οι ευχάριστες στιγμές και τα χαρμόσυνα γεγονότα παραμένουν κρυμμένα και καταπατούνται από τα υπόλοιπα. Κάνουν την εμφάνιση τους ελάχιστες φορές και σπάνια δίνουν το παρόν σε κρίσιμες αποφάσεις.
Όσοι την έχουν την καταριούνται και την κατηγορούν. Τη θεωρούν υπεύθυνη για τα άυπνα βράδια και την ανήσυχη καθημερινότητα. Αλλά έχω μια τελευταία ερώτηση.
Η μνήμη δημιουργεί τη ζήλια ή η ζήλια τη μνήμη;