Γράφει η Λιάνα
Κι όσες περισσότερες γίνονταν οι πληγές, τόσο θέριευε μέσα μου το πείσμα. Όσο πιο μόνη έμενα, τόσο πιο δυνατά, όλα μέσα μου φώναζαν για το άδικο. Περιτριγυρισμένη από Ιούδες, μάτωσαν τα μάγουλα μου απ’ τα ψεύτικα φιλιά τους και αηδίασα απ’ το ξεπούλημα των συνειδήσεων.
Τόσους ανθρώπους γνώρισα στη ζωή μου κι όλο υποσχέσεις, όλο βιτρίνα, όλο λόγια, ανούσια και φτηνά. Και κάθε φορά άρχιζα απ’ την αρχή, μια επανάληψη συναισθημάτων, επενδύσεων και καλής πίστης. Έψαχνα στους πολλούς, αυτούς τους ελάχιστους, τους ξεχωριστούς. Και κάθε που νόμιζα πως κάπου άραξα, νέος συναγερμός, καινούργια απογοήτευση.
Και στο τέλος το ίδιο αποτέλεσμα. Η ίδια αίσθηση. Κενό. Άδεια από επιθυμίες, άδεια από εμπιστοσύνη. Πολυπαιγμένη ταινία η κατάληξη κι εγώ πάλευα με την ηλίθια συνήθειά μου, να δίνω και να ξαναδίνω ευκαιρίες. Πάλευα με τον εαυτό μου, να τον σταματήσω να υπομένει τόσες και τόσες ανούσιες παρουσίες γύρω μου, αφού γνώριζα εκ των προτέρων, πως ο τελικός στόχος των πιο πολλών ήταν να ρουφήξουν από μέσα μου, ότι ο καθένας χρειαζόταν και μετά να αποσυρθούν διακριτικά και οριστικά.
Τι να θυμηθώ; Φιλίες που μοιράστηκα τα πιο όμορφα μου χρόνια και τα πιο αθώα μου όνειρα; Έρωτες που μαζί τους, για κλάσματα δευτερολέπτου άγγιξα το απόλυτο; Και μετά; Η πτώση. Η αποκάλυψη της αλήθειας. Άνθρωποι καλυμμένοι με μια μάσκα αγάπης και αξιοπρέπειας, που αποδείχτηκαν οι χειρότεροι εφιάλτες μου. Κι εγώ στη γωνιά μου, αποδεχόμενη την ήττα μου, αδύναμη να αντιδράσω, έστω στιγμιαία. Αδράνεια.
Η χειρότερη φάρα του κόσμου οι αχάριστοι. Δε φοβούνται, ούτε Θεό, ούτε άνθρωπο. Παρασιτικά, χτυπάνε αυτούς που μέσα τους είναι ακόμα αγνοί, αρπάζουν όση ομορφιά προλάβουν και μετά εξαφανίζονται, για να ζήσουν μια κλεμμένη ζωή.
Ξέρετε όμως τι βγήκε ξαφνικά, μέσα από όλη αυτή την απίστευτη κούραση που πέρασα, στο μεγαλύτερο μέρος της πορείας μου; Μια απεριόριστη δίψα για ζωή. Μια τεράστια ανάγκη να ανασυγκροτηθώ, να πετάξω από πάνω μου όλη την αρνητικότητα που με γέμισαν και να προχωρήσω ακάθεκτη προς το φωτεινό μέρος του κόσμου μου.
Διδάχτηκα πια, πως την ψυχή, αυτό το άυλο και μαγικό κομμάτι μου, μπορώ να το γεμίσω και χρώμα και λάμψη και ελπίδα. Μόνη μου! Χωρίς δεκανίκια και βοηθούς. Με τις δικές μου στιγμές. Με ένα τραγούδι που θα με ταξιδέψει, με λέξεις που θα γράψω σ’ένα χαρτί και θα είναι όλες οι αλήθειες μου, με το χάδι σε ένα ζώο, ακόμα και με το γαλάζιο του ουρανού που θα με συντροφεύει στον πρωινό καφέ μου.
Κι έτσι απλά, με αργά και σταθερά βήματα, γιατρεύω τον ίδιο μου τον εαυτό. Χωρίς θόρυβο. Γελάω απ’ την αρχή, μαθαίνω απ’ την αρχή.
Με λιγότερες προσδοκίες, παραδέχομαι πως ξαναβάζω ανθρώπους κοντά μου, ή έστω μπαίνουν από κάποιες χαραμάδες που είναι φανερές, προσεχτικά και επιφυλακτικά. Κανένα θαύμα δεν έγινε σε μια στιγμή. Θέλει υπομονή το να ξανακτίσεις κόσμους και θάρρος να ξαναδώσεις πίστη.
Το κουράγιο μου όμως, δεν το χάνω πια. Τη δική μου ψυχή μπορώ να τη φροντίσω μόνο εγώ, σαν παιδί να την πάω βόλτα, να τις γλυκομιλήσω, να τις εξηγήσω και να την κρατήσω ατόφια και καθαρή, για να έρθει και κείνη η στιγμή στο μέλλον, που θα θελήσω ξανά να την φανερώσω σε κάποιον. Ανεκτίμητα μαθήματα ζωής, οι αποτυχίες.
Η τύχη μου, μέσα στις ατυχίες ήταν πως το πιο βαθύ κομμάτι μου, το μέσα μου, έμεινε καθαρό κι έτσι έχω στα χέρια μου ζωντανό το θησαυρό κάθε ανθρώπου. Το δικαίωμα να ξαναρχίσω να ζω.
Αυτή τη φορά όμως, θα με προσέξω πολύ γιατί πλέον γνωρίζω. Έστω κι αν ένα μικρό κομμάτι ψυχής, κρατάει μια σπίθα λαμπερή, τότε ο χρόνος θα βοηθήσει στο να κερδίσω πίσω τη γαλήνη μου…
“Το κουράγιο δεν κάνει πάντα θόρυβο. Κάποιες φορές το κουράγιο είναι η ήσυχη φωνή στο τέλος της ημέρας που ψιθυρίζει – Θα προσπαθήσω ξανά αύριο – ” Mary Anne Radmacher