Γράφει η Ζωή Διαμαντοπούλου
ήμερα έχει πανσέληνο..Και είναι ωραια; Ναι. Υποθέτω πως ναι. Στα social media παίζουν διακαώς τη Χαρουλα,τραγουδωντας “έχει πανσέληνο απόψε και είναι ωραία”. Η σονάτα του Ρίτσου καταλαμβάνει την αρχική μου στο Facebook με τους ατέλειωτους στίχους, να απαγγέλονται από διαφορετικά και ξεχωριστά ηχοχρώματα. Και λίγο πιο κάτω οι στίχοι της Σωτηρίου:”Όταν γίνεται ένα καινούργιο φεγγάρι, το παλιό τι το κάνουν; Το ψαλιδίζουν και το κάνουν άστρα.
Εγώ.
Διακοπές στο εξοχικό. Ωραία είναι.
Έχει ησυχία και ο πολύς κόσμος εφυγε.
Έξω ακούγονται πυροτεχνήματα..
Εκρήξεις αγάπης στο φωτεινό ουρανό.
Άνθρωποι πιασμένοι απ’ το χέρι βαδίζουν και σιγοψιθυρίζουν έκεινα που στις λέξεις τους κανένας δεν χωρεί.
Έχω αφήσει την πόρτα ανοιχτή. Να θυμηθώ να την κλείσω.Μπαινει το φως από έξω και με ενοχλεί στα μάτια.Αναρωτιέμαι παλαιότερα πως κοιμόμουν με δ’αύτο. Αν δεν σκοτεινιάσουν τα πάντα γύρω μου δεν λέει να με πάρει.
Το σεντόνι ξέχασα να πάρω. Δεν μπορώ χωρίς σκέπασμα. Μην γελάς. Το χρειάζομαι κι ας έχει ζεστη. Με ηρεμεί η υφή του, το εναγκάλιασμα που σου κάνει.
Σηκώνομαι να το πάρω και ξαφνικά νιώθω τον ιδρώτα να στάζει πάνω μου. Με μια γρήγορη κίνηση, με το καρπό μου, σκουπίζομαι και γυρεύω δύο γουλιές νερό να δροσιστεί το μέσα μου.
Ανακούφιση.
Ξαπλωμένη πλεον χαζεύω το ταβάνι.
Αυτή ή λέξη μου προκαλεί μια απάθεια. Σπάνια τη χρησιμοποιώ.
Εισαι ξαπλωμένος και κοιτάς ψηλά. Εκεί πάνω συλλέγεται όλη σου η σκέψη. Σε αυτή την άδεια λέξη, κάνεις τις λέξεις σου φωνές.
Είπα φωνές;
Απ’ έξω ακούγονται συνομιλίες από ξένους.
Πόσο ενοχλητικές. Οι φωνες τους ξεσπανε σε γελια δυνατά, γέλια ασταμάτητα. Πάλι το ποτό έκαμε το θαύμα του.
Εκνευρίζομαι.
Κλείνω τα παράθυρα.
Ησυχία.
Πόσο την λατρευω.
Οσο κάποτε εσένα.
Όσο κάποτε εσυ εμενα.
Μην φοβάσαι, δεν έχω σκοπό.
Θέλω να ανάψω ένα τσιγάρο και να κρύψω το πρόσωπο, στα χέρια μου. Αλλά θυμάμαι πως δεν καπνίζω και πως η ώρα είναι περασμένη και καλά θα κάνω να κοιμηθώ..
Ανοίγω πάλι το παράθυρο.
Οουφφ..
Δεν αντέχεται η ζέστη.
Ακούγονται πάλι από μακριά κάτι ενοχλητικές φωνές,σαν να λογομαχούν. Τίποτα το ευδιάκριτο.
Μόλις πλησιάσουν λίγο ακούγεται μια γυναικεία αυθάδικη φωνή:” Τι; δηλαδη εγώ και εσύ να κάνουμε παιδί;” Ο άντρας φανερά ήρεμος της απαντά: ” όχι παιδί, παιδιάαα” . “Μα αφού εμένα δεν μου αρέσουν τα παιδιά. Είναι ενοχλητικά” αποκρίθηκε εκείνη. Κι αυτός της απάντησε γελώντας: ” Δεν ξέρεις μωρό μου, δεν γίνεται να σε ενοχλεί κάτι που είναι δικό σου”.
Λέω να ανάψω το τσιγάρο τελικά.
Να βάλω και ένα ποτήρι κόκκινο κρασί.
Να μην μελαγχολήσω.
Θα χαμογελάσω στο υπόσχομαι.
Μέτα σαν από ψευδαίσθηση ίσως σε περιμένω να έρθεις.
Όχι πως θα φανείς.
Θα σε φέρω για λίγο στο μυαλό μου.
Θυμήσου να με φέρεις κι εσύ.
Θυμήσου και το φιλί μας αν μπορείς.
Έχει πανσέληνο απόψε, και μάλλον είναι ωραία.!